Με το τουφέκι και τη λύρα

ΑΝΕΜΟΓΕΝΝΗΤΡΙΕΣ: ΚΑΙ ΠΑΛΙ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΡΑΣΙΝΟ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ

Μετά το Αποπηγάδι, η νέα επίθεση στα Λευκά Όρη είναι καθολική, και η αντίσταση σε αυτήν δε σηκώνει καθυστερήσεις: Μέχρι τις 27.3.2024, πρέπει οι πολίτες και οι ενδιφερόμενοι φορείς να συμμετάσχουν σε μια διαβούλευση επί κειμένου 587(!) σελίδων, που αφορά στην τοποθέτηση ανεμογεννητριών σε κορυφές των επαρχιών Σφακίων, Σελίνου, Αποκορώνου και Κισάμου (κι επίσης στο Ρέθυμνο και το Λασίθι).

Και μόνο το ασφυκτικό χρονικό πλαίσιο που τίθεται προδίδει τη βούληση της Διοίκησης να ξεπετάξει το θέμα δίχως ουσιαστικό διάλογο. Αλλά ας ξεκινήσομε από την αρχή, από την (μη) αναγκαιότητα φαραωνικών κατασκευών καλυπτόμενων υπό το πέπλο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.

Όπως έχομε ξαναγράψει, ο στόχος της απεξάρτησης από τις ρυπογόνες πηγές ενέργειας σαφώς προβλέπει την υποκατάστασή τους με πηγές φυσικές και ανανεώσιμες, όπως ο ήλιος, ο αέρας, το νερό. Η συνολική όμως προσέγγιση του περιβαλλοντικού προβλήματος προϋποθέτει την αναθεώρηση της καταναλωτικής μας συμπεριφοράς, μια νέα στάση ζωής που θα βασίζεται στη διαπίστωση του πεπερασμένου χαρακτήρα των φυσικών πόρων και στη διαχείρισή τους με σεβασμό και φειδώ. Σημαίνει ότι δε μπορούμε να καταναλώνομε πια τόση βενζίνη, τόσο ρεύμα, δε μπορούμε να γεμίζομε τη γή μας με φυτοφάρμακα και τα νερά μας με απόβλητα. Σημαίνει ακόμα ότι οι μεταφορές  και η σπατάλη ενέργειας πρέπει να περιοριστούν, ότι η παραγωγή και κατανάλωση μπορεί και πρέπει να γίνεται σε τοπική κλίμακα, σημαίνει μιαν επανασύνδεσή μας με τη γή και το χώρο όπου κινούμαστε, ζούμε δημιουργούμε.

Σημαίνει δηλαδή αυτό ενδυνάμωση των τοπικών κοινωνιών και αποκέντρωση στη λήψη αποφάσεων, δηλαδή άμεση δημοκρατία. Μια τοπική κοινωνία που αποφασίζει και είναι υπεύθυνη για την παραγωγή της ενέργειας, της τροφής της, της διαχείρισης του περιβάλλοντός της, είναι μια κοινωνία ελεύθερη, κύρια των επιλογών της και μη εξαρτώμενη από την κεντρική εξουσία. Αποτελεί μια συνιστώσα μαζί με πολλές αντίστοιχες τοπικές κοινωνίες που συνθέτουν σε κεντρικό επίπεδο μια συνάντηση των ελληνικών περιφερειών, υπεύθυνη για κεντρικά όντως ζητήματα, όπως εξωτερική πολιτική, αλλά σε τοπικό επίπεδο παραμένει αυτάρκης, αιμοδότης και υποκείμενο κι όχι διακονιάρης της –περιορισμένης- κεντρικής εξουσίας.

Αυτό το χαρακτήρα μόνο μπορεί να έχει η οικολογική προσέγγιση στα προβλήματα του πλανήτη, κι όχι τυχαία, αυτόν τα ψευδεπίγραφα οικολογικά κόμματα που έχει αναδείξει η πολιτική μας σκηνή τον αγνοούν. Βέβαια, αλοίμονό μας αν περιμέναμε από αυτούς να αναδείξουν και ν΄ αγωνιστούν γιαυτά τα θέματα. Βολεμένοι μέσα σε εταιρείες μελετών και μέσα σε αναπαυτικές πολυθρόνες, αυτοί που δεν έχουν παίξει ούτε μια σκαπετιά στη γή, μιλούν για οικολογία σα να είναι κάτι αφηρημένο, κι όχι η σχέση του ανθρώπου με τη γη του.

Και βέβαια η πράσινη τεχνολογία αποτελεί πλέον και επικερδή επένδυση. Ως τέτοια, έχει τελείως άλλη λογική από μια συνολική εναλλακτική πρόταση για το περιβάλλον. Αυτή απλά προσπαθεί να τροφοδοτήσει το σύγχρονο αλόγιστο καταναλωτικό πρότυπο με καθαρή ενέργεια. Από μόνο του αυτό είναι αντιφατικό. Δε μπορεί να τροφοδοτηθεί μια συνεχής ανάπτυξη, δηλαδή συνεχής μεγέθυνση, ούτε με ανανεώσιμες ούτε με συμβατικές πηγές ενέργειας. Δε μπορεί να υποστηριχτεί το μοντέλο των τριών αυτοκινήτων ανά οικογένεια, της μιας τηλεόρασης ανά δωμάτιο. Μόνο ο περιορισμός των αναγκών, η αποανάπτυξη, μπορεί σα λογική να αντιστρέψει την πορεία προς την καταστροφή του πλανήτη. Γιαυτό και γιγαντιαίας κλίμακας «οικολογικές» επεμβάσεις είναι πράσινες μεν, μη οικολογικές δε.

Οι μεγάλες ανεμογεννήτριες αποτελούν ένα τέτοιο παράδειγμα. Η υποδομή που απαιτούν μόνο φιλική προς το περιβάλλον δε μπορεί να χαρακτηριστεί. Διάνοιξη λεωφόρων σε παρθένες περιοχές, κατασκευές από μπετόν και επιβάρυνση των περιοχών όπου τοποθετούνται, συνθέτουν τις παραμέτρους του εγχειρήματος. Όχι τυχαία, τέτοιες επεμβάσεις και επενδύσεις γίνονται ερήμην των τοπικών κοινωνιών, ούτε στόχο έχουν την κάλυψη των δικών τους αναγκών. Δηλαδή από το στόχο μιας εναλλακτικής προσέγγισης το μόνο που υπάρχει είναι η παραγωγή πράσινης ενέργειας. Όχι όμως πια μέσα από μιαν άλλη οπτική.

Η μελέτη των 587 σελίδων περιγράφει με ουδέτερο τρόπο την καταστροφή που θα προκαλέσει η τοποθέτηση 48 ανεμογεννητριών, με ύψος πυλώνα 105 μέτρα, άνοιγμα φτερών 150 μέτρα και συνοδά έργα που περιλαμβάνουν έργα οδοποιίας 89,5 χιλιομέτρων, από τα οποία τα 32,1 αποτελούν βελτίωση του υπάρχοντος οδικού δικτύου. Η μελέτη δεν το λέει ρητά, αλλά από μιαν απλή αφαίρεση καταλαβαίνομε ότι η διάνοιξη εξ αρχής οδικού δικτύου θα είναι 57,4 χιλιόμετρα! Κι επειδή πρόκειται για νέο οδικό δίκτυο που θα ανοιχτεί στις Μαδάρες, μιλούμε για καταστροφή των βουνών μας ώστε να φτιαχτούν λεωφόροι που θα μπορούν να επιτρέψουν τη διέλευση των πυλώνων των 105 μέτρων ύψους και των φτερών των 150 μέτρων! Δηλαδή πέρα από το μήκος των 60 σχεδόν χιλιομέτρων δρόμων στη Μαδάρα, έχομε και πλάτος τεράστιο, ώστε να οδεύσει τα υλικά τοποθέτησης των ανεμογεννητριών.

Πέραν των παραπάνω, έχομε και υπόγεια γραμμή διασύνδεσης μέσης τάσης, εναέρια γραμμή διασύνδεσης υψηλής τάσης στα Σφακιά (Ασκύφου) και Υποσταθμός ανύψωσης τάσης στα Σφακιά, (Νίμπρος). Αλλά ας αφήσομε τη μελέτη να μας διαφωτίσει για το τί μας περιμένει:

«Οι παρεμβάσεις του έργου αφορούν:

  • Βελτίωση καταστρώματος οδικού δικτύου πρόσβασης
  • Διάνοιξη καταστρώματος δικτύου πρόσβασης και εσωτερικού οδικού δικτύου
  • Εκσκαφές θεμελίων Α/Γ
  • Εκσκαφές καναλιών καλωδιώσεων Χαμηλής/Μέσης Τάσεως παράλληλα με την εσωτερική οδοποιία,
  • Διαμόρφωση πλατειών γύρω από τις θέσεις των Α/Γ,
  • Επιχωματώσεις/διαμόρφωση χώρου,
  • Κατασκευή Οικίσκου Ελέγχου
  • Εκσκαφή καναλιού καλωδίωσης ΜΤ μέχρι τον νέο προτεινόμενο Υ/Σ ανύψωσης τάσης
  • Κατασκευή υποσταθμού Ανύψωσης Τάσης ΜΤ/150kV: Υ/Σ Χανιά Α
  • Εργασίες εγκατάστασης εξοπλισμού Υ/Σ ανύψωσης τάσης
  • Κατασκευή εναέριας γραμμής μεταφοράς 150kV»

Δηλαδή θα κατασκευαστούν οι λεωφόροι που αναφέραμε πιο πάνω, από αυτές θα περνούν βαριά οχήματα μεταφοράς του υλικού αλλά και εκσκαφείς κλπ οχήματα για την εκσκαφή των θεμελίων των ανεμογεννητριών· εκσκαφές θα γίνουν όμως και παράλληλα με την οδοποιία για τα κανάλια καλωδιώσεων χαμηλή και μέσης τάσης, και της εναέριας γραμμής μεταφοράς 150kV. Μιλούμε για παρεμβάσεις που αλλάζουν το τοπίο και τη χρήση των μαδάρων, δίχως να λαμβάνουν υπ’ όψη τις τοπικές κοινωνίες. Πέρα από την αναίρεση των παραγωγικών διαδικασιών της Μαδάρας, οι παρεμβάσεις επηρεάζουν την άγρια ζωή, ενώ είναι κοινός τόπος ότι οι ανεμογεννήτριες απειλούν την ορνιθοπανίδα και είναι η αιτία εξόντωσης σημαντικού αριθμού πουλιών.

Η εγκατάσταση επηρεάζει και προστατευμένες περιοχές βιοποικιλότητας (natura): Συγκεκριμένα τις «Έλος Τοπόλια-Σάσαλος-Άγιος Δίκαιος», «Όρμος Σούγιας – Βάρδια – Φαράγγι Λισσού μέχρι Άνυδρους και παράκτια ζώνη», «Λευκά Όρη και παράκτια ζώνη», «Ασφένδου – Καλλικράτης και παράκτια ζώνη», «Αγρουλιανό Φαράγγι – Οροπέδιο Μανίκα», «Λίμνη Κουρνά και εκβολή Αλμυρού», εντός των ορίων των οποίων εγκαθίστανται ανεμογεννήτριες.

 Εδώ υπάρχει και μια ακόμα παράμετρος: Για το αθηναιοκεντρικό κράτος, η ελληνική επαρχία δεν είναι χώρος διαβίωσης ανθρώπων,, οι οποίοι ζουν και προκόβουν εκεί, δημιουργώντας παραγωγή και εφαρμόζοντας ακόμα αξίες που ο λαός μας έχει διαμορφώσει στο διάβα του χρόνου και τις οποίες περιφρονεί η παρασιτική πρωτεύουσα. Για το κράτος, η ελληνική επαρχία είναι ένα σκηνικό απόδρασης των κατοίκων της πόλης από τους ρυθμούς της ζωής που αυτή τους επιβάλλει, γραφικός χώρος που έχει ταχθεί για την αναψυχή τους, δίχως να αναγνωρίζεται ως χώρος αυτάρκης και διακριτός, με ανθρώπους που τον κατοικούν και ζουν σε αρμονία μαζί του, όχι ως αξιοθέατοι ιθαγενείς αλλά ως ισότιμοι πολίτες αυτής της χώρας, που τυχαίνει μάλιστα να είναι και αυτοί που κατ’ εξοχήν παράγουν. Και επίσης εργοτάξιο εξυπηρέτησης αναγκών της πόλης, της κεντρικής εξουσίας, κι όχι χώρος που καλύπτει τις δικές του ανάγκες.

Η ενεργειακή αυτάρκεια είναι στόχος κάθε κοινωνίας. Αλλά ο τρόπος με τον οποίο θα επιτευχθεί είναι κι αυτός ζήτημα που πρέπει να απαντήσει εκείνη. Με τις σημερινές συνθήκες κατασπατάλησης των φυσικών πόρων, η τοπική παραγωγή ενέργειας πρέπει να αποτελεί στόχο. Αυτό είναι συμβατό με τη λογική της αποανάπτυξης και της αντιστροφής του γιγαντισμού στην οικονομία· Η ενέργεια πρέπει να παράγεται και να καταναλώνεται σε τοπικό επίπεδο. Έτσι, δε χρειάζονται ούτε ανεμογεννήτριες, ούτε υποδομές μεταφοράς του παραγόμενου ρεύματος. Και η παραγωγή του μπορεί να γίνει με αξιοποίηση φωτοβολταικών και πιθανόν μικρές οικιακές ανεμογεννήτριες, για χρήση σε κοινοτικό επίπεδο, όχι για ένταξη σε τεράστια συστήματα μεταφοράς ενέργειας που θα στηρίζει ένα καταναλωτικό μοντέλο υπερκατανάλωσης.

Οι τοπικές κοινωνίες έχουν ήδη αντιδράσει στα σχέδια που εκπονούνται ερήμην τους. Στη διαβούλευση υπάρχουν τεκμηριωμένες αντιδράσεις, που αναδεικνύουν τις τοπικές ιδιαιτερότητες και τις εντάσσουν στο γενικό πλαίσιο της αντίστασης κατά της εγκατάστασης των ανεμογεννητριών. Εδώ, η εμπειρία του αγώνα στο Αποπηγάδι οφείλει να αξιοποιηθεί, ενώ η μαζική προσβολή περισσότερων επαρχιών μπορεί και πρέπει να δημιουργήσει ένα κοινό μέτωπο όλων των απειλούμενων περιοχών, ώστε να υπάρξει συντονισμένη και τεκμηριωμένη αντίσταση απέναντι στα σχέδια του κράτους για τις επαρχίες των Χανίων.

Συνοψίζοντας, η παραγωγή ενέργειας πρέπει να στοχεύει στην κάλυψη υπαρκτών αναγκών και όχι κατασκευασμένων από ένα παρασιτικό καταναλωτικό μοντέλο. Πρέπει να παράγεται σε τοπικό επίπεδο, με σεβασμό στο περιβάλλον και τις τοπικές δραστηριότητες, όχι να τις παρεμποδίζει ή να τις καταργεί. Και κυρίως, πρέπει για αυτά να αποφασίζει η τοπική κοινωνία, όχι άλλοι ερήμην της και για λογαριασμό της. Η σχεδιαζόμενη τοποθέτηση δεκάδων ανεμογεννητριών στο μεγαλύτερο μέρος του νομού Χανίων, καταστρέφει τις Μαδάρες, φτωχαίνει τις τοπικές κοινωνίες και πρέπει να βρει απέναντί της το σύνολο των κατοίκων των επηρεαζόμενων περιοχών.

Σ΄ αυτό τον αγώνα δε διακυβεύεται μόνο το μέλλον των Μαδάρων, αν και μόνο αυτό αρκεί για να τον παλέψομε. Το στοίχημα είναι ποιά πορεία θέλομε: Αυτή που θα οδηγήσει στο τέλος, ή αυτή που θα μας ξαναφέρει κοντά στις αξίες που είχαμε, στο σεβασμό στη φύση, στην αυτάρκεια, την αλληλεγγύη, την άμεση δημοκρατία;

1 Απριλίου, 2024 Posted by | Κείμενα για την Κρήτη, Πολιτική και πολιτισμός | , , , , , , , , | Σχολιάστε

ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΩΣ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑ, ΤΟ ΓΥΝΑΙΚΕΙΟ ΣΩΜΑ ΩΣ ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

Ζούμε μια συγκυρία όπου η μέχρι χτες κανονικότητα έχει διαλυθεί. Πόλεμος στην Ουκρανία, πόλεμος στη Μέση Ανατολή, διείσδυση του ισλαμοφασισμού στις δυτικές κοινωνίες υπό την καθοδήγηση της Τουρκίας και κέντρων που αυτή στηρίζει, εθνοκάθαρση στο Αρτσάχ, ανάδυση ολοκληρωτικών καθεστώτων που καταπιέζουν τις κοινωνίες τους και προβάλλουν αναθεωρητικές τάσεις.

Οι προτεραιότητες είναι δεδομένες, τις επιβάλλει η συγκυρία· όμως οι Δυτικές κοινωνίες, προπύργια ιδεολογικά (γιατί τα οικονομικά έχουν μεταφερθεί αλλού) του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού, ευρισκόμενες σε δικαιωματιστική αφασία και πλήρη εσωστρέφεια, αρνούνται να κοιτάξουν γύρω τους. Στο δημόσιο διάλογο βρίσκονται ζητήματα που θέτουν οργανωμένες μειοψηφίες, συγκροτούμενες σε αντίθεση με το κοινωνικό σύνολο, τη φύση, τη λογική αλλά εν τέλει και με την προοδευτική γλώσσα που εκφέρουν.

Στην Ελλάδα, με διαρκή ζητήματα στην εξωτερική πολιτική απέναντι στην Τουρκία και τα Σκόπια, με την κατοχή της μισής Κύπρου να μετρά μισόν αιώνα, με το casus belli παρόν σε κάθε «προσέγγιση» με την Τουρκία, με τη φτώχια να χτυπά την πόρτα όλο και περισσότερων νοικοκυριών, τη βία ανάμεσα στους νέους να μας σοκάρει, το επίπεδο της εκπαίδευσης να πέφτει όλο και πιο χαμηλά, την κοινωνική συνοχή να διαλύεται, το δημογραφικό να επιτελεί μια σιωπηλή γενοκτονία, την παραγωγική δομή να παραμένει παρασιτική, η κοινωνία συζητά, σα να μην είχε άλλες προτεραιότητες, το γάμο και την τεκνοθεσία των ομοφυλόφιλων.

Θα πρέπει εδώ να σημειώσομε ότι ρόλο σε όλα αυτά παίζει η παντοδυναμία του κυβερνώντος κόμματος, ελλείψει σοβαρής αντιπολίτευσης. Και η έπαρση που, παρά τις περί του αντίθετου δηλώσεις του Πρωθυπουργού, χαρακτηρίζει κάποιον που παίζει χωρίς αντίπαλο. Είναι μακριά οι μέρες της αντίστασης στην τουρκική πολιτική εποικισμού της χώρας, η διάγνωση ανάγκης και η (εν μέρει τελικά) υλοποίηση εξοπλισμών, η προβολή της χώρας ως ακρίτα της Ευρώπης που δημιουργούσε σεβασμό και συσπείρωνε τις χώρες της ΕΕ γύρω από την Ελλάδα. Τώρα περάσαμε στη διαμεσολάβηση υπέρ της Τουρκίας στη Δύση, στην κατανόηση της αναγκαιότητας υποχωρήσεων σε μια σχέση όπου μόνο το ένα μέρος διεκδικεί, στην απουσία του κράτους από την καθημερινότητα του πολίτη, στην ανοχή της αυθαιρεσίας, της βίας, της παραβατικότητας.

Συγχρόνως, η Νέα Τάξη επιβάλλει στις Δυτικές κοινωνίες την εμπορευματοποίηση των πάντων, τον ναρκισσιστικό ατομικισμό, την αποθέωση του ατόμου και τη σύγκρουση όλων εναντίων όλων. Και, παρ’ όλο που προτάσσεται καθημερινά μια ρητορική περί ατομικών δικαιωμάτων αυτή έχει μονομερή και στοχευμένη κατεύθυνση.

Το ζήτημα της τεκνοθεσίας των ομοφυλόφιλων έχει πάρει στην Ελλάδα αυτή την περίοδο μια μεγάλη προβολή. Αν και τίθεται ως ζήτημα κατοχύρωσης δικαιώματος μιας μειοψηφικής μερίδας της κοινωνίας, στην πράξη καταλήγει σε μιαν εγωιστική προσέγγιση που αγνοεί τα δικαιώματα άλλων και καταπατά αξίες πανανθρώπινες.

Το παιδί, με το που γεννιέται, είναι υποκείμενο δικαιωμάτων. Η σχέση του με τους γονείς του είναι αδιαπραγμάτευτη, ιδίως με τη μάνα του, για λόγους φυσικής λειτουργίας και συναισθημάτων. Η γαλουχία αποτελεί κομβική διαδικασία που επιτρέπει την ομαλή ανάπτυξη του παιδιού, ενώ ο ψυχισμός του χρειάζεται τα πρότυπα του πατέρα και της μάνας για να διαμορφωθεί. Θα μπορούσαμε να αναπτύσομε επί μακρόν το ευαίσθητο ζήτημα των αναγκών ενός παιδιού που μεγαλώνει, θα αρκεστούμε όμως στα παραπάνω αυτονόητα.

Για τα δικαιώματα του παιδιού στους φυσικούς του γονείς και ιδίως στη βιολογική του μητέρα, κανείς δε μιλάει όταν τίθεται το θέμα της τεκνοθεσίας των ομοφυλόφιλων. Σε μιαν εποχή που χαρακτηρίζεται από εγωισμό και πρόταξη των δικαιωμάτων του ενός σε βάρος του άλλου, τα παιδιά δεν υπάρχουν στο δημόσιο προβληματισμό. Είναι κι αυτό φαινόμενο της εποχής μας, της κουλτούρας της ακύρωσης, της «αφύπνισης» (woke) και του άκρατου δικαιωματισμού, μονομερώς προτεινόμενου κι εφαρμοζόμενου.

Η παράδοσή μας έχει, σε ανύποπτο χρόνο μιλήσει για την ανάγκη του παιδιού να έχει τη μάνα του, μέσα από το δημοτικό μας τραγούδι, που μου θύμισε ο Σταύρος Γερωνυμάκης:

Πέρα στην πέρα γειτονιά, πέρα στην πέρα ρούγα,

Κοιλιοπονούν δυο λυγερές, μιά φτώχια και μια πλούσια

Στση πλούσιας μπαινοβγαίνανε εκατοδυό μαμήδες,

Μα στση καημένης τση φτωχιάς η Παναγιά κι ο γιός της.

Γεννά η φτώχια κ’ έκαμε παιδί καμαρωμένο

Γεννά κ’ η πλούσια κ’ έκαμε φίδι φαρμακωμένο.

Παίρνουν τση φτώχιας το παιδί και πάνε το τση πλούσιας,

Μα το παιδί εμίλησε πάνω στην τρίτη μέρα,

– Αμέτε με στση μάνας μου να με γλυκοβυζάξει,

μα τούτονε φαρμακερό και θα με φαρμακέψει…

Παράλληλα, το θέμα της τεκνοθεσίας έχει και μιαν άλλη παράμετρο: Την παρένθετη μητέρα. Μέχρι τώρα γνωρίζαμε το φαινόμενο αυτό ως μιαν αλτρουιστική προσφορά γυναικών, πολλές φορές μάνα για την κόρη της που δε μπορεί να τεκνοποιήσει, και προς αντιμετώπιση της αδυναμίας τεκνοποιίας για ιατρικούς λόγους. Πρόσφατα, ο Κασσελάκης μας το ανέδειξε ως τρόπο κατά παραγγελία απόκτησης παιδιών, που μάλιστα θα έχουν και το φύλο τους προκαθορισμένο. Η τεκνοθεσία των ομοφυλόφιλων μέσω παρένθετης μητέρας καθιστά πλέον τη γυναίκα μηχανή μαζικής παραγωγής βρεφών τα οποία έχουν παραγγείλει και αγοράσει εύρωστοι οικονομικά «γονείς». Εδώ τα στοιχεία που μπαίνουν έχουν πολύπλευρες διαστάσεις:

Υπάρχει η ταξική διάσταση: Η γυναίκα που θα δεχτεί να κυοφορήσει το κατά παραγγελία έμβρυο, είναι γυναίκα με μεγάλη οικονομική ανάγκη που δέχεται να πουλήσει το βρέφος της, ως προϊόν, σε κάποιον που έχει τα χρήματα να το αγοράσει. Εδώ μιλούμε για ταξική εκμετάλλευση, αποξένωση της μάνας από το παιδί της και αποκοπή του παιδιού από τη μάνα του.

Υπάρχει η φεμινιστική διάσταση: Η γυναίκαι υποβιβάζεται σε θερμοκοιτίδα ανάπτυξης εμβρύων που προορίζονται για πώληση. Το σώμα της γίνεται μέσο επίτευξης σκοπών τρίτων. Θα δούμε άραγε μιαν επαγγελματική διέξοδο να αναδύεται για τις γυναίκες, όπου θα υποβιβάζεται το σώμα τους σε θάλαμο παραγωγής ανθρώπων;

Τελικά ποιοι είναι αυτοί που δέχονται να πληρώσουν μια μάνα να κυοφορήσει το παιδί της εννιά μήνες και να τους το παραδώσει, με συμβόλαιο και ρήτρες εξαφάνισης από τη ζωή του παιδιού; Ποιοι δέχονται να αντιμετωπίσουν το παιδί ως εμπόρευμα και την παρένθετη μητέρα ως πάροχο υπηρεσιών κυοφορίας;

Το ζήτημα προκύπτει σε ένα ευρύτερο πλαίσιο και αντανακλά περαιτέρω επιδιώξεις μιας καταναλωτικής εμπορευματικής λογικής. Οι φαρμακοβιομηχανίες και οι ιατρικές υπηρεσίες που σχετίζονται με την αλλαγή φύλου έχουν βρει μια προσοδοφόρα αγορά, και απευθύνονται σε νεαρές ηλικίες· ήδη βέβαια, αντιμετωπίζουν αγωγές νέων που ως έφηβοι, επηρεαζόμενοι από τη διαρκή πλύση εγκεφάλου των θεωριών της αφύπνισης (woke) και των έμφυλων ταυτοτήτων κατέφυγαν σε θεραπείες και επεμβάσεις φυλομετάβασης που αργότερα, σε μιαν ωριμότερη ηλικία μετάνιωσαν. Πάντως κι εδώ τα ζητήματα φύλου αντιμετωπίζονται ως ένα ακόμα πεδίο δράσης του κεφαλαίου.

Εντύπωση προκαλεί και η γενικευμένη προπαγάνδιση του μέτρου από σύσσωμο το χώρο των ΜΜΕ, τη στιγμή που η ελληνική κοινωνία στη συντριπτική της πλειοψηφία το απορρίπτει, διαπερνώντας οριζόντια το πολιτικό φάσμα. Κι εδώ επιστρατεύονται οι συνήθεις αφορισμοί περί ακροδεξιάς κλπ, ώστε να υποχρεώσουν σε σιωπή την πλειοψηφία, σε συνδυασμό με τα φροντιστήρια στα οποία η κυβέρνηση υποβάλλει τους βουλευτές της ώστε να κάμψει τις αντιδράσεις τους και να ψηφίσουν μαζί με την αντιπολίτευση το νόμο.

Πίσω από το νομοσχέδιο κρύβεται η ευρύτερη τάση της Νέας Τάξης να αποδομήσει τα θεμέλια της κοινωνίας, βάση της οποίας είναι η οικογένεια. Όμως, ένας λαός που έχει να αντιμετωπίσει τη δημογραφική κατάρρευση, πρέπει να ασχολείται με την αναστροφή της και όχι να δέχεται τη διάλυση του πυρήνα της ύπαρξής του. Γιατί αν το δέχεται, σημαίνει ότι έχει αποδεχτεί την πορεία του στην εξαφάνιση.

1 Φεβρουαρίου, 2024 Posted by | Πολιτική και πολιτισμός | , , , | Σχολιάστε

ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΕΡΝΤΟΓΑΝ: ΠΡΟΣΔΟΚΙΕΣ ΓΙΑ ΠΟΙΟΝ;

Η επίσκεψη του Τούρκου Προέδρου στην Αθήνα προκάλεσε, όπως ήταν αναμενόμενο, πολλές συζητήσεις, προσδοκίες, αντιδράσεις. Μια προσέγγιση όμως τόσο αυτής όσο και των Ελληνοτουρκικών γενικά, θα πρέπει να λαμβάνει υπ’ όψη της τη μεγάλη εικόνα. Δηλαδή την τουρκική πολιτική, μακρόπνοη και καλά σχεδιασμένη, και να παρατηρεί τις επί μέρους εξελίξεις υπό το πρίσμα αυτής της πολιτικής.
Αυτό δε γίνεται. Πιθανόν να κρίνουμε εξ ιδίων τα αλλότρια: επειδή η Ελλάδα δεν έχει όραμα ούτε σχεδιασμό, ίσως να νομίζουν οι εκάστοτε επιτελείς της εξωτερικής μας πολιτικής πως και η Τουρκία δεν έχει. Έτσι, κρίνουν τις προθέσεις της με βάση την ανά πάσα στιγμή συμπεριφορά της. Και οι αντιδράσεις είναι ανάλογες: Όταν η Τουρκία επιτίθεται, θεωρούμε ότι πρόκειται για έξαρση της στιγμής, για παιχνίδια με στόχο το εσωτερικό ακροατήριο της Τουρκικής κυβέρνησης. Όταν αναστέλλει τις προκλήσεις, ερμηνεύεται αυτό ως μια αλλαγή στάσης που ανοίγει προοπτικές εξομάλυνσης των σχέσεων. Έτσι, η ελληνική πολιτική άγεται και φέρεται από τις τουρκικές συμπεριφορές, αιφνιδιάζεται δε όταν από μια περίοδο ύφεσης επανέρχεται η τουρκική επιθετικότητα. Αυτό από μόνο του είναι προβληματικό και αποτελεί εγγύηση της συνέχισης των προβλημάτων, γιατί εμποδίζει την αντιμετώπισή τους στην πραγματική τους διάσταση: του ότι απέναντί μας έχομε μιαν επεξεργασμένη πολιτική βαθιάς πνοής, την οποία η Τουρκία υλοποιεί, επομένως κάθε της κίνηση εντάσσεται σε αυτό το στόχο, ανεξάρτητα από διακυμάνσεις στην ένταση που προκαλεί.
Μια πρώτη εκτίμηση της επίσκεψης Ερντογάν είναι λοιπόν ότι δεν την καταλαβαίνει η Ελλάδα ως μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου της Τουρκίας για την περιοχή μας και την πατρίδα μας. Άρα δε μπορούν να εξαχθούν αξιόπιστα συμπεράσματα για το αποτέλεσμά της. Αυτό είναι πρόβλημα που θα πρέπει να επιλύσει η χώρα μας το συντομότερο, ανεξάρτητα από τη θέση που μπορεί κάποιος να υιοθετήσει απέναντι στη γείτονα. Ακόμα κι αν κάποιος υποστηρίζει τον κατευνασμό και την υποταγή της Ελλάδας στις διεκδικήσεις της Τουρκίας, πρέπει να το κάνει έχοντας στο νου του την πλήρη εικόνα, τις προθέσεις και τα σχέδια της πολιτικής της. Άλλο η εσωτερική αντιπαράθεση για τί πρέπει να γίνει, κι άλλο η λάθος ανάγνωση της πραγματικότητας.
Οφείλει ο δημόσιος διάλογος και αντιπαράθεση να γίνεται σε στέρεα βάση. Κι αυτή μπορεί να είναι μόνο η διάγνωση της τουρκικής πολιτικής. Έτσι μόνο κάθε πλευρά θα μπορεί να επιχειρηματολογήσει συγκεκριμένα, και να επεξεργαστεί μιαν άποψη που θα απαντά σε πραγματικές καταστάσεις. Αλλιώς πρόκειται για θέσεις που δεν αντιμετωπίζουν την πραγματικότητα, κι η πραγματικότητα σε τέτοιες περιπτώσεις τιμωρεί.
Δε θα αναλύσομε εδώ τη διαχρονική τουρκική επεκτατικότητα, το σχεδιασμό που μεθοδικά προχωράει από την επαύριο της Συνθήκης της Λωζάννης μέχρι σήμερα, από το Αρτσάχ μέχρι την Κύπρο κι από το Κουρδιστάν ως τη Λιβύη. Θα επιμείνομε όμως πως πρέπει αυτή να συνειδητοποιηθεί από τον ελληνικό επιτελικό και διπλωματικό σχεδιασμό.
Αν αυτό γίνει, θα μπορεί η ελληνική πολιτική, ακόμα κι αυτή που πρεσβεύει την υποταγή, να ασκείται με βάση γεγονότα κι όχι επιθυμίες. Κι αυτό ήδη θα είναι κέρδος.
Δεν αρκεί όμως η κατανόηση του τουρκικού σχεδιασμού· θα πρέπει να διαμορφωθεί όραμα και σχέδιο για τη χώρα, σε κάθε επίπεδο, κι όχι μόνο στην εξωτερική πολιτική. Γιατί δίχως αυτό, υπάρχουμε ακόμα τυχαία, και οποιαδήποτε αρνητική εξέλιξη θα μας βρει απροετοίμαστους. Το θέμα είναι ότι οι ελίτ της χώρας στερούνται οράματος· δεν νοιώθουν καν συνδεδεμένες με τη χώρα, τη βλέπουν ως χώρο άσκησης οικονομικών δραστηριοτήτων και το βλέμμα τους είναι στραμμένο στο εξωτερικό, όπου έτσι κι αλλιώς μπορούν εύκολα να καταφύγουν όταν έρθει η ώρα.
Οπότε, τη διέξοδο θα πρέπει να την επεξεργαστεί ο λαός. Θα πρέπει να καταλάβει ότι τα διακυβεύματα είναι πια υπαρξιακά, ότι δεν υπάρχει αύριο, δεν υπάρχει συνέχιση μιας πορείας στην ιστορία με ένα νέο ακρωτηριασμό. Η επόμενη ήττα θα είναι η ταφόπλακα της ύπαρξής μας σαν ιστορικό υποκείμενο. Γι’ αυτό οφείλομε να αντιδράσομε, πρώτα απέναντι στον παρακμιακό εαυτό μας που μας ωθεί στην καταστροφή. Να ξεπεράσομε τη μεγάλη μας κρίση αξιών, να σταθούμε ξανά στα πόδια μας κοιτώντας πώς λειτουργούσαν οι παλιοί μας, να εκσυγχρονίσομε την παράδοσή μας. Και ακολούθως να φτιάξομε όραμα και πολιτικές που θα το υλοποιήσουν. Με τακτικές κινήσεις και στρατηγικούς σχεδιασμούς, προσηλωμένοι στο στόχο και αποφασισμένοι. Πρώτα απέναντι στο μηδενιστικό εαυτό μας και μετά απέναντι στο γενοκτόνο, αναθεωρητικό, ιμπεριαλιστικό Τουρκικό κράτος, είτε στην κεμαλική είτε στην ισλαμοφασιστική του εκδοχή…

Ακολουθεί σχολιασμός κατ’ άρθρο του κειμένου της Διακήρυξης των Αθηνών Περί Σχέσεων Φιλίας και Καλής Γειτονίας (με κεφαλαία κάτω από το σχολιαζόμενο άρθρο):
Ο Πρωθυπουργός της Ελληνικής Δημοκρατίας, η Α.E. κ. Κυριάκος Μητσοτάκης και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Τουρκίας, η Α.E. κ. Recep Tayyip Erdoğan, εκπροσωπώντας τις αντίστοιχες Κυβερνήσεις τους (που αποκαλούνται από κοινού «τα Μέρη»), έχοντας προεδρεύσει της 5ης συνάντησης του Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Δημοκρατίας της Τουρκίας την 7η Δεκεμβρίου 2023, στην Αθήνα, σε πνεύμα καλής θέλησης και συνεργασίας,
PP1. Αναγνωρίζοντας την ανανεωμένη βούληση για συνεργασία μεταξύ των Κυβερνήσεων των δύο χωρών,
ΕΔΩ ΕΓΚΕΙΤΑΙ Η ΛΑΘΟΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΛΕΥΡΑΣ. ΒΛΕΠΕΙ ΑΝΑΝΕΩΜΕΝΗ ΒΟΥΛΗΣΗ ΓΙΑ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΗΝ ΤΑΚΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΕΤΑΤΡΟΠΗΣ ΤΗΣ ΣΕ ΠΛΥΝΤΗΡΙΟ ΚΑΙ ΔΟΥΡΕΙΟ ΊΠΠΟ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ ΣΤΗ ΔΥΣΗ.
PP2. Υπογραμμίζοντας ότι οι δεσμοί μεταξύ των δύο γειτονικών εθνών έχουν τη δυνατότητα να αυξήσουν σημαντικά την ευημερία και τη δυναμική της περιοχής,
ΟΙ ΔΕΣΜΟΙ ΤΩΝ ΔΥΟ ΓΕΙΤΟΝΙΚΩΝ ΕΘΝΩΝ ΕΙΝΑΙ ΔΕΣΜΟΙ ΚΑΤΑΠΙΕΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΑΙΩΝΕΣ ΕΞΑΝΔΡΑΠΟΔΙΣΜΩΝ, ΕΞΙΣΛΑΜΙΣΜΩΝ ΚΑΙ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑΣ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΩΝ ΣΕ ΒΑΡΟΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ ΛΑΩΝ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ.
PP3. Δίνοντας έμφαση στην ανάγκη να συνεχίσουν να εργάζονται από κοινού προς όφελος και των δύο κοινωνιών σε κλίμα φιλίας και αμοιβαίας εμπιστοσύνης,
Η ΑΝΑΓΚΗ ΕΙΝΑΙ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ ΝΑ ΕΠΑΝΑΣΥΣΤΗΣΕΙ ΓΕΦΥΡΕΣ ΠΡΟΣ ΤΗ ΔΥΣΗ. ΔΕΝ ΠΡΟΣΒΛΕΠΕΙ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ, ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΑΠΑΞΙΩΝΕΙ, ΑΛΛΑ ΜΕΣΩ ΑΥΤΗΣ ΣΤΗ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗ ΔΥΣΗ.
PP4. Επιδιώκοντας ενίσχυση των διμερών σχέσεων μέσω των υφιστάμενων θεσμικών μηχανισμών,
ΚΑΙ ΟΧΙ ΜΕΣΩ ΜΗΧΑΝΙΣΜΩΝ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΛΕΓΧΕΙ Η ΤΟΥΡΚΙΑ.
PP5. Τονίζοντας ότι, προκειμένου να ενισχυθούν οι σχέσεις καλής γειτονίας, αμφότερα τα Μέρη, χωρίς να θίγονται οι εκατέρωθεν νομικές θέσεις τους, θα καλλιεργούν πνεύμα αλληλεγγύης απέναντι στις τρέχουσες και μελλοντικές προκλήσεις,
ΓΙΝΕΤΑΙ ΣΑΦΕΣ ΠΩΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΟΥΔΕΤΕΡΗ ΕΚΦΡΑΣΗ, ΚΑΘΟΛΟΥ ΔΕΝ ΕΠΙΤΥΓΧΑΝΕΤΑΙ ΙΣΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΩΝ ΔΥΟ ΧΩΡΩΝ: ΕΦΟΣΟΝ Η ΤΟΥΡΚΙΑ ΕΠΙΖΗΤΑ ΑΛΛΑΓΗ ΤΟΥ ΣΤΑΤΟΥΣ ΚΒΟ ΚΑΙ Η ΕΛΛΑΔΑ ΟΧΙ, Ο ΚΕΡΔΙΣΜΕΝΟΣ ΑΠΟ ΑΥΤΗ ΤΗ ΔΙΑΤΥΠΩΣΗ ΕΙΝΑΙ Η ΤΟΥΡΚΙΑ, ΠΟΥ ΒΛΕΠΕΙ ΝΑ «ΜΗ ΘΙΓΟΝΤΑΙ» ΟΙ ΝΟΜΙΚΕΣ ΤΗΣ ΘΕΣΕΙΣ, ΑΠΟ ΤΗΝ ΥΦΑΛΟΚΡΗΠΙΔΑ ΤΩΝ ΝΗΣΙΩΝ ΜΕΧΡΙ ΤΟ ΤΟΥΡΚΟΛΙΒΥΚΟ ΜΝΗΜΟΝΙΟ.
PP6. Υπογραμμίζοντας ότι για την προώθηση της εν λόγω θετικής ατμόσφαιρας και ατζέντας, αμφότερα τα Μέρη θα ενθαρρύνουν την ανταλλαγή επισκέψεων σε κάθε επίπεδο με προσέγγιση προσανατολισμένη στην επίτευξη αποτελεσμάτων,
Η ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΕΠΙΣΚΕΨΕΩΝ ΘΑ ΑΡΕΙ ΤΗΝ ΑΠΟΜΟΝΩΣΗ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ ΑΠΟ ΤΗ ΔΥΣΗ ΚΑΙ ΘΑ ΠΕΡΑΣΕΙ ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΟΤΙ ΕΞΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΑΚΟΜΑ ΑΞΙΟΠΙΣΤΟΣ ΕΤΑΙΡΟΣ ΤΗΣ. ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΓΙΑ ΞΕΠΛΥΜΑ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ, ΑΦΟΥ ΟΙ ΕΠΙΣΚΕΨΕΙΣ ΘΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΟΣΟ ΕΞΥΠΗΡΕΤΕΙ ΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ.
PP7. Υπενθυμίζοντας ότι μεταξύ των θεμελιωδών σκοπών του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και των παγκοσμίως αναγνωρισμένων αρχών του διεθνούς δικαίου είναι η διατήρηση της διεθνούς ειρήνης και η φιλική συνεργασία μεταξύ των κρατών,
ΔΕ ΓΙΝΕΤΑΙ ΕΠΙΚΛΗΣΗ ΤΟΥ ΧΑΡΤΗ ΤΩΝ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΕΘΝΩΝ ΓΕΝΙΚΑ, ΚΑΘΩΣ Η ΤΟΥΡΚΙΑ ΤΟΝ ΚΑΤΑΠΑΤΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΑ. ΑΠΟΜΟΝΩΝΕΤΑΙ ΕΔΩ ΜΟΝΟ Η ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΕΙΡΗΝΗΣ ΚΑΙ Η ΦΙΛΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΕΘΝΩΝ· ΟΤΑΝ ΟΜΩΣ ΑΥΤΟ ΔΕ ΓΙΝΕΤΑΙ ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΤΩΝ ΑΡΧΩΝ ΤΟΥ ΧΑΡΤΗ, ΤΟΤΕ Η ΕΙΡΗΝΗ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΠΙΤΕΥΧΘΕΙ ΜΕ ΤΗΝ ΥΠΟΤΑΓΗ ΤΟΥ ΑΣΘΕΝΕΣΤΕΡΟΥ ΣΤΟΝ ΙΣΧΥΡΟΤΕΡΟ ΔΙΧΩΣ ΠΟΛΕΜΟ, ΚΑΙ Η ΦΙΛΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΘΑ ΟΔΗΓΕΙ ΣΤΗΝ ΕΠΙΚΡΑΤΗΣΗ ΤΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΤΟΥ ΙΣΧΥΡΟΥ.
PP8. Έχοντας αποφασίσει να καλλιεργούν φιλικές σχέσεις, αμοιβαίο σεβασμό, ειρηνική συνύπαρξη και κατανόηση και να επιλύουν κάθε διαφορά μεταξύ τους με ειρηνικά μέσα και σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο,
ΉΔΗ Ο ΕΡΝΤΟΓΑΝ ΕΔΕΙΞΕ ΠΩΣ ΕΝΝΟΕΙ ΤΗΝ ΕΠΙΚΛΗΣΗ ΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΟΥ: ΌΤΑΝ ΠΑΡΕΠΕΜΨΕ ΣΕ ΑΥΤΟ Ο ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΠΡΟ, Ο ΕΡΝΤΟΓΑΝ ΑΠΑΝΤΗΣΕ ΠΩΣ ΠΡΕΠΕΙ ΤΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΝΑ ΛΥΘΕΙ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ, ΔΗΛΑΔΗ ΤΑ ΤΕΤΕΛΕΣΜΕΝΑ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΕΙ Η ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΚΑΤΟΧΗ. ΚΙ ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΟΛΗ ΤΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ.
PP9. Υπογραμμίζοντας τη σημασία των αποτελεσματικών διαύλων και μηχανισμών επικοινωνίας σε κάθε επίπεδο για την επιτυχή διαχείριση των διμερών τους σχέσεων, με ιδιαίτερη έμφαση στην αποφυγή συγκρουσιακών καταστάσεων και δυνητικής κλιμάκωσης,
ΚΙ ΕΔΩ ΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΙΝΑΙ «ΔΙΜΕΡΗ», ΟΠΟΤΕ ΔΙΜΕΡΩΣ ΘΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΟΝΤΑΙ. Η ΔΙΕΘΝΟΠΟΙΗΣΗ ΠΟΥ ΟΦΕΙΛΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΣΕ ΚΑΘΕ ΔΙΑΦΟΡΑ ΕΚ ΜΕΡΟΥΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ, Η ΕΜΠΛΟΚΗ ΤΗΣ ΕΕ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ, ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΤΟ ΛΑΘΡΟΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΟ ΠΟΥ ΕΥΘΕΩΣ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ, ΕΙΝΑΙ ΔΙΜΕΡΗ ΘΕΜΑΤΑ ΚΑΙ Η ΑΠΟΦΥΓΗ ΤΩΝ ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΩΝ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΟΤΙ ΚΑΠΟΙΟΣ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΑΝΕΙ ΥΠΟΧΩΡΗΣΕΙΣ. ΞΕΡΟΥΜΕ ΠΟΙΟΣ.
PP10 Τονίζοντας ότι και τα δύο Μέρη θα προσεγγίσουν τις σχέσεις τους με στόχο την ενίσχυση της οικονομικής συνεργασίας και την εμβάθυνση των δεσμών μεταξύ των λαών, συνεισφέροντας με αυτόν τον τρόπο στην ευημερία και την ειρηνική συνύπαρξη των δύο γειτονικών λαών τους, τονίζοντας περαιτέρω ότι προς τούτο, υπό το φως της επιτευχθείσας σημαντικής προόδου σχετικά με την προώθηση της θετικής ατζέντας σε οικονομικά και εμπορικά θέματα μέσω του Κοινού Σχεδίου Δράσης, οι δύο πλευρές θα διερευνήσουν επιπρόσθετα θέματα συνεργασίας.
Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΑΝΑΜΕΣΑ ΜΕ ΜΙΑ ΧΩΡΑ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗ ΒΑΣΗ ΟΠΩΣ Η ΤΟΥΡΚΙΑ ΚΑΙ ΜΙΑ ΠΟΥ ΤΗΝ ΕΧΕΙ ΚΑΤΑΣΤΡΕΨΕΙ, ΟΠΩΣ Η ΕΛΛΑΔΑ, ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΟΤΙ Η ΕΛΛΑΔΑ ΘΑ ΚΑΤΑΣΤΕΙ ΕΙΣΑΓΩΓΕΑΣ ΤΟΥΡΚΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ. ΤΟ ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑ ΠΟΥ ΘΑ ΦΕΥΓΕΙ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΕΙ ΤΟΥΣ ΤΟΥΡΚΙΚΟΥΣ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΥΣ.

Συμφώνησαν στα κάτωθι:
OP1. Τα Μέρη συμφωνούν να συμμετέχουν σε συνεχείς εποικοδομητικές και ουσιαστικές διαβουλεύσεις με βάση τους ακόλουθους πυλώνες:
(α) Πολιτικός Διάλογος:
– σε θέματα αμοιβαίου συμφέροντος
– Διερευνητικές/ Διαβουλευτικές συνομιλίες
(β) Θετική Ατζέντα, στο πλαίσιο του ενισχυμένου Κοινού Σχεδίου Δράσης, που περιλαμβάνει μέτρα κοινού ενδιαφέροντος στους τομείς της επιχειρηματικότητας-οικονομίας, τουρισμού, μεταφορών, ενέργειας, καινοτομίας, επιστήμης και τεχνολογίας, γεωργίας, περιβαλλοντικής προστασίας, κοινωνικής ασφάλισης και υγείας, νεολαίας, εκπαίδευσης και αθλητισμού και όποιον άλλο τομέα συμφωνηθεί από κοινού, με στόχο την επίτευξη σημαντικών και συγκεκριμένων παραδοτέων, εξορθολογίζοντας και επικαιροποιώντας συνεχώς την ατζέντα, με δομημένο τρόπο και νέα θέματα.
(γ) Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, που περιλαμβάνουν μέτρα στον στρατιωτικό τομέα που θα συνέβαλλαν στην εξάλειψη αδικαιολόγητων πηγών έντασης, καθώς και των κινδύνων που απορρέουν από αυτές.
ΜΕ ΤΟ CASUS BELLI ΣΕ ΙΣΧΥ ΤΙ ΜΕΤΡΑ ΘΑ ΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗΣ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗΣ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΛΗΦΘΟΥΝ;
OP2. Τα Μέρη δεσμεύονται να απέχουν από κάθε δήλωση, πρωτοβουλία, ή ενέργεια που θα μπορούσε να υπονομεύσει ή να απαξιώσει το γράμμα και το πνεύμα αυτής της Διακήρυξης ή να θέσει σε κίνδυνο τη διατήρηση της ειρήνης και της σταθερότητας στην περιοχή τους.
Η ΑΝΑΚΗΡΥΞΗ ΚΑΙ ΟΡΙΟΘΕΤΗΣΗ ΑΟΖ ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΦΑΝΩΣΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΠΕΧΕΙ Η ΕΛΛΑΔΑ;
OP3. Τα Μέρη θα προσπαθήσουν να επιλύσουν οποιαδήποτε διαφορά προκύψει μεταξύ τους με φιλικό τρόπο, μέσω απευθείας διαβουλεύσεων μεταξύ τους ή με άλλα μέσα αμοιβαίας επιλογής, όπως προβλέπεται στον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών.
ΕΔΩ ΠΕΤΥΧΑΙΝΕΙ Η ΤΟΥΡΚΙΑ ΤΟ ΣΤΟΧΟ ΤΗΣ ΜΗ ΔΙΕΘΝΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ ΕΠΕΚΤΑΤΙΣΜΟΥ ΤΗΣ. ΌΤΑΝ ΔΗΜΙΟΥΡΓΕΙ ΕΝΤΑΣΕΙΣ ΑΥΤΕΣ ΕΙΤΕ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΛΥΘΟΥΝ ΣΕ ΔΙΜΕΡΕΣ ΕΠΙΠΕΔΟ, ΕΙΤΕ ΝΑ ΕΠΙΛΕΞΟΥΝ ΑΠΟ ΚΟΙΝΟΥ ΑΛΛΑ ΜΕΣΑ. Η ΕΜΠΛΟΚΗ ΤΗΣ ΕΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΜΠΟΡΕΙ ΠΙΑ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΜΟΝΟ ΜΕ ΤΗ ΣΥΝΑΙΝΕΣΗ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ.
Αυτή η Διακήρυξη δεν αποτελεί διεθνή συμφωνία, δεσμευτική για τα Μέρη κατά το διεθνές δίκαιο. Καμία πρόνοια της Διακήρυξης αυτής δεν πρέπει να ερμηνεύεται ότι παράγει νομικά δικαιώματα ή υποχρεώσεις για τα Μέρη.
ΔΗΛΑΔΗ ΕΧΟΜΕ ΕΝΑ ΕΥΧΟΛΟΓΙΟ ΠΟΥ ΔΕΝ ΟΔΗΓΕΙ ΠΟΥΘΕΝΑ. Ή ΜΑΛΛΟΝ ΟΔΗΓΕΙ ΣΤΗΝ ΕΜΠΕΔΩΣΗ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΙΚΩΝ ΕΠΙΔΙΩΞΕΩΝ, ΑΦΟΥ ΚΑΝΕΝΑ ΜΕΤΡΟ ΦΙΛΙΑΣ ΔΕ ΘΑ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΕΜΠΟΔΙΟ ΣΤΗΝ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΕΝΤΑΣΗΣ.
Έγινε στην Αθήνα, την 7η Δεκεμβρίου 2023, σε δύο αντίγραφα, καθένα στην Ελληνική, Τουρκική και Αγγλική γλώσσα με όλα τα κείμενα να θεωρούνται εξίσου αυθεντικά. Σε περίπτωση διαφοράς ως προς την ερμηνεία, υπερισχύει το αγγλικό κείμενο.

13 Δεκεμβρίου, 2023 Posted by | Πολιτική και πολιτισμός | , , , , | Σχολιάστε

ΜΙΚΡΟΕΛΛΑΔΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΕΣ ΣΥΝΈΠΕΙΕΣ: Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΑΡΤΣΑΧ

Έχομε πολλές φορές αναφερθεί στα γεγονότα της περιόδου 1909-1922, που κατέληξαν στην καταστροφή και καθόρισαν τη μορφή της περιοχής μας και το γεωπολιτικό γίγνεσθαι, όχι μόνο της εποχής εκείνης, αλλά με προεκτάσεις που επηρεάζουν το σήμερα.

Από τις στάχτες της Σμύρνης βγήκε μια Τουρκία δυνατή και σεβαστή στους γύρω της και μια Ελλάδα αποδυναμωμένη, φοβική απέναντι στους νικητές και απομονωμένη διεθνώς. Η σχέση των δύο χωρών συνεχίστηκε σε αυτό τον τόνο έκτοτε. Μόνο που η Τουρκία δε θεωρούσε τη νέα κατάσταση παγιωμένη. Η ιμπεριαλιστική της φύση φάνηκε από την επαύριο της συνθήκης της Λωζάννης, τόσο με την καταπίεση των μειονοτήτων στο εσωτερικό της όσο και από τη συνεχιζόμενη επέκτασή της, αρχικά στην Αλεξανδρέττα, οδηγώντας και το πατριαρχείο της Αντιόχειας σε εκπατρισμό.

Αντίθετα, εδώ, η «μικρά πλην έντιμος» Ελλάδα, θεώρησε τις γεωπολιτικές διευθετήσεις που ακολούθησαν την καταστροφή ως παγιωμένες, και συνέχισε τη κολοβωμένη της ζωή προσπαθώντας να ξεχάσει· κι όπου δεν αρκούσε η προσπάθεια, ερχόταν η επιβολή μιας πολιτικής λήθης, με πρώτους στόχους τους Πρόσφυγες.

Το ότι τα τρομερά συμβάντα θεωρήθηκαν λήξαντα, βοήθησε και στο ξέπλυμα του Μικροελλαδισμού. Γιατί, στο όνομα του να τα αφήσουμε πίσω αυτά, δεν έγινε μια συζήτηση που θα αποκάλυπτε τις προεκτάσεις της Ήττας, της ουδετερότητας του Παλατιού, της απεμπόλησης της ευκαιρίας της Καλλίπολης το 1915. Που θα διαπίστωνε τον αναθεωρητικό χαρακτήρα της Τουρκίας και θα λάβαινε μέτρα. Που θα έβλεπε στην αντανάκλαση της Καταστροφής στο σήμερα, το όποιο σήμερα διαχρονικά, τη βόμβα που είχε βάλει ο Μικροελλαδισμός όχι στις προσπάθειες της περιόδου, αλλά στα θεμέλια του ελλαδικού κράτους έκτοτε.

Γιατί αν ο Μικροελλαδισμός δεν είχε επιβάλει την πολιτική του, η Ελλάδα θα είχε συντελέσει στο σύντομο τερματισμό του Α’ παγκόσμιου πολέμου, η Γερμανία δε θα προλάβαινε να οχυρώσει την Καλλίπολη κι η Οθωμανική Αυτοκρατορία θα διαμοιραζόταν ανάμεσα στους υπόδουλους λαούς της. Η Τουρκία θα έβγαινε ανίσχυρη και περικυκλωμένη από έθνη ελεύθερα που μέχρι χτες καταπίεζε, και δε θα μπορούσε να ασκήσει την πολιτική που ασκεί.

This image has an empty alt attribute; its file name is cea7cf89cf81ceafcf82-cf84ceafcf84cebbcebf1.jpg

Τις συνέπειες της στάσης των φιλογερμανικών δυνάμεων της χώρας τότε, τις είδαμε στους διωγμούς των Ρωμιών της Πόλης, της Ίμβρου και της Τενέδου. Τις είδαμε το 1974 στην Κύπρο. Τις βλέπουμε καθημερινά στη Θράκη, στο Αιγαίο, στην Ανατολική Μεσόγειο. Αλλά δεν τις συνδέομε με εκείνη την περίοδο και το Διχασμό.

Όμως ο Μικροελλαδισμός δεν αφορά μόνο την πατρίδα μας. Γιατί, μέσα στην άρνησή του να εφαρμόσει μιαν εθνική πολιτική, μέσα στην αντίληψη της μικράς πλην εντίμου, αρνήθηκε να δει πως η Ελλάδα ήταν σημείο αναφοράς και για τους άλλους υπόδουλους λαούς, όσους είχαν επιβιώσει της Γενοκτονίας. Κι ότι η αποτυχία της Ελλάδας επηρέαζε και τους λαούς αυτούς. Μια νικήτρια Ελλάδα μέσα στην Ανταντ, θα πετύχαινε όρους καλύτερους και από τη Συνθήκη των Σεβρών, και θα διασφάλιζε πατρίδα και στους λαούς της Μικράς Ασίας που σήμερα είτε τη χάνουν είτε μάχονται γι’ αυτήν.

Έτσι, οι διαδοχικές απεμπολήσεις των ευκαιριών, από τη μη συμμετοχή στην εκστρατεία της Καλλίπολης εξαρχής μέχρι την εκλογική ήττα του Βενιζέλου και την επάνοδο του Κωνσταντίνου στο θρόνο, επέτρεψαν στην Τουρκία να νικήσει, να διαιωνίσει την κυριαρχία της στη Μικρά Ασία και να συνεχίσει την πολιτική της.

Κι η «μικρή» Ελλάδα, αρνήθηκε να δει το μεγάλο της ρόλο, που συμπεριλάμβανε όχι μόνο τους υπόδουλους Ρωμιούς, αλλά είχε λειτουργία προστασίας και ως προς τους υπόλοιπους υπόδουλους. Έτσι, οι Αρμένιοι έμειναν σε μια μικρή έκταση της ιστορικής τους κοιτίδας, περικυκλωμένοι από εχθρούς. Δεν απέκτησαν τελικά μικρασιατικό κράτος και το καυκάσιο επιβίωσε στα πλαίσια της Σοβιετικής Ένωσης, ενώ το Αρτσάχ κέρδισε μια ντε φάκτο ανεξαρτησία αρχικά, μέχρι να φανούν κι εκεί οι συνέπειες της Ήττας του 22. Γιατί η Τουρκία της νίκης του 22 είναι αυτή που επιβάλει τις πολιτικές της επέκτασης, αυτή είναι που μέσω των Αζέρων κατάγει νίκες και κατακτά τελικά το Αρτσάχ, αυτή ετοιμάζει την επόμενη επίθεση στην Αρμενία και τη μεθεπόμενη στον Ελληνισμό.

Έτσι, ο Μικροελλαδισμός του τότε, δεν κατέστρεψε μόνο τα συγκαιρινά του οράματα, ούτε υπονόμευσε μόνο το μέλλον του λαού μας· υπονόμευσε το μέλλον όλης της περιοχής, όλων των λαών της Μικράς Ασίας. Κι αυτό το βλέπομε σε συνέχειες· μετά την Κύπρο το Αρτσάχ. Μετά το Αρτσάχ η Αρμενία. Και μετά ή παράλληλα εμείς.

Αν ο Μικροελλαδισμός δεν είχε επικρατήσει τότε, δε θα χρειαζόταν σήμερα να ασκούμε κριτική στη Ρωσία και τη Δύση γιατί δεν προστάτεψαν το Αρτσάχ. Δε θα είχαμε τις απειλές που σήμερα θέτουν σε αμφιβολία την ύπαρξη τη δική μας και των Αρμενίων.

Βέβαια, με τα «αν» και τις υποθέσεις, δε μπορεί κανείς να επιβεβαιώσει μιαν άποψη. Αλλά αυτό ας το πει κάποιος στα εκάστοτε θύματα του Τουρκικού επεκτατισμού, ας πάει να το πει τώρα στους κατοίκους του Αρτσάχ που εγκαταλείπουν την πατρίδα τους μετά από αιώνες υπό το φόβο μιας νέας Γενοκτονίας.

27 Σεπτεμβρίου, 2023 Posted by | Πολιτική και πολιτισμός | , , , , , | Σχολιάστε

Ο ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ ΩΣ ΜΟΝΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΚΑΙ Η ΤΟΠΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ

«Βαριά βιομηχανία» της Ελλάδας χαρακτηρίζεται ο τουρισμός από πολλούς, που επικαλούνται τη σημαντική συνεισφορά του στο ΑΕΠ της χώρας. Το χαρακτηρισμό αυτόν, παρά την προφανή αντίφαση που φέρει, τον δικαιολογούν και οι προσδοκίες που γεννά κάθε άνοιξη το ξεκίνημα της σαιζόν, αλλά και οι πανηγυρισμοί ή απογοητεύσεις στο τέλος της. Εδώ χρειάζεται να σκεφτούμε κάποια πράγματα:

Ο τουρισμός δεν είναι πανάκεια. Ούτε είναι εύκολο χρήμα μακροπρόθεσμα. Είτε θα πρόκειται για ένα προϊόν αξιοπρεπές που θα διαμορφώσει μια φήμη της χώρας και θα έχει μια διάρκεια, είτε θα είναι μια αρπαχτή που θα δυσφημίσει τη χώρα και θα ξεφουσκώσει. Γι’ αυτό χρειάζεται συνειδητοποίηση από τους πολλούς δραστηριοποιούμενους στον τουρισμό και συλλογικό σχεδιασμό.

Κι αυτό γιατί όταν ο τουρισμός μπαίνει στο επίκεντρο δίχως μέτρο, υπάρχουν παράπλευρες συνέπειες στη χώρα. Η κοινωνία διολισθαίνει σε υπηρέτη του τουρισμού και η οικονομία εξαρτάται από αυτόν, άρα από εξωγενείς παράγοντες. Είναι πρόσφατο το παράδειγμα της πανδημίας, όπου το τουριστικό εισόδημα κατέρρευσε και η Ελλάδα επηρεάστηκε ακριβώς γιατί δεν είχε άλλες σημαντικές πηγές εισοδημάτων. Ακόμα, η έμφαση στον τουρισμό πέραν ενός αποδεκτού μέτρου, καταλήγει να λειτουργεί σε βάρος της τοπικής κοινωνίας: δεν υπάρχουν ακίνητα προς στέγαση των νέων γιατί κατευθύνονται στις βραχυχρόνιες μισθώσεις, οπότε ανεβαίνουν οι τιμές των ενοικίων· η τιμές της γης ανεβαίνουν κι αυτές και εμποδίζεται πια ο ντόπιος να βρει χώρο για τη στέγαση της οικίας και της εργασίας του. Η άνοδος των τιμών της γης καταλήγει στο να μοιραστεί αυτή μεταξύ των μεγάλοεπενδυτών και να καταστήσει την τοπική κοινωνία φιλοξενούμενη στον τόπο της αποκόπτοντάς την από το ρίζωμα στο χώρο. Και βέβαια, η τουριστική υπερεκμετάλλευση, είναι και εξάντληση των φυσικών πόρων, νερού, ενέργειας, διαχείρισης απορριμμάτων, αποχέτευσης κλπ, τις επιπτώσεις τις οποίες πάλι υφίστανται οι τοπικές κοινωνίες.

Τα παραπάνω έχουν ήδη δημιουργήσει ένα κίνημα πολιτών κατά του υπερτουρισμού σε εμβληματικούς προορισμούς όπως στη Βαρκελώνη, ενώ είναι σίγουρο ότι αυτό θα επεκταθεί κι εδώ ως αντίδραση στην αλόγιστη επέκτασή του.

Παράλληλα, το τουριστικό μοντέλο της χώρας πάσχει, πέραν της υπερεκμετάλλευσης και αλλού: Οι προμήθειές του δε γίνονται από την τοπική παραγωγή στο βαθμό που αυτό θα ήταν εφικτό. Προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί το κόστος, γίνονται αθρόες εισαγωγές μέτριας ποιότητας προϊόντων διατροφής, ενώ ο μπουφές δεν προβάλλει την τοπική γαστρονομία, άρα δεν έχομε ούτε ζήτηση τοπικής παραγωγής κρέατος, τυριών κλπ. Καταλήγομε πχ να προσφέρεται βούτυρο εισαγωγής ενώ υπάρχουν αντίστοιχα προϊόντα ντόπια. Και ναι μεν γίνεται μια προσπάθεια να προβληθεί το ελληνικό πρωινό, αλλά αυτή ακόμα δεν έχει αγκαλιάσει την πλειοψηφία των τουριστικών καταλυμάτων.

Θέλομε λοιπόν λιγότερο τουρισμό σε σχέση με την τωρινή κατάχρηση, και πιο ποιοτικό, δηλαδή αυτόν που θα ενδιαφέρεται για την τοπική ιστορία, κοινωνία, κουλτούρα, λαογραφία, γαστρονομία κλπ. Που θα θελήσει να δει τον τόπο από μέσα κι όχι ως σκηνικό των διακοπών του.

Από την άλλη, αυτό δε σημαίνει απαραίτητα μείωση του τουριστικού προϊόντος. Δίχως να είναι αυτοσκοπός η διατήρησή του σε αυτά τα επίπεδα, η επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου μπορεί να οδηγήσει σε αποδεκτά κάθε στιγμή επίπεδα που δε θα υπερβαίνουν το μέτρο που οφείλει να θέσει η κοινωνία στην τουριστική της μεγέθυνση (και όχι ανάπτυξη). Η επιμήκυνση νοείται ως εξάπλωση της τουριστικής περιόδου σε περισσότερους μήνες, σε περισσότερες περιοχές και σε περισσότερες θεματικές ενότητες. Μπορεί να υπάρχει και το χειμώνα τουρισμός, σε περιοχές που στηρίζουν αντίστοιχες παραστάσεις. Μπορεί να προβληθούν περισσότερες περιοχές που σήμερα δεν αποτελούν προορισμό. Και πρέπει να γίνει άνοιγμα σε είδη τουρισμού πέραν του παραθαλάσσιου μοντέλου, πχ ορειβατικός, συνεδριακός, αναρριχητικός, ορειβατικός, πεζοπορικός, ιατρικός κλπ τουρισμός.

Τέλος, επιστρέφοντας στην αρχική διαπίστωση περί «βαριάς βιομηχανίας», αυτό θα πρέπει να ηχήσει ως προειδοποίηση προς την πολιτεία και την κοινωνία ότι θα πρέπει να άρουμε αυτή την αντίφαση, και να ενισχύσομε τόσο την πρωτογενή παραγωγή όσο και το δευτερογενή τομέα, τη μεταποίηση. Η γνώση και το ταλέντο περισσεύουν εδώ, το θεσμικό πλαίσιο θα πρέπει να ενθαρρύνει και όχι να τιμωρεί την τοπική παραγωγή. Άρα, ο ρόλος του κράτους μας, που διαχρονικά εμποδίζει τον πολίτη να δημιουργήσει, πρέπει να αλλάξει προσανατολισμό. Αυτά όμως χρειάζονται ξεχωριστή ανάπτυξη, οπότε ας μείνομε προς το παρόν της ανάγκη της τουριστικής αποανάπτυξης…

13 Ιουλίου, 2023 Posted by | Πολιτική και πολιτισμός | , , , | Σχολιάστε

ΝΑΥΑΓΙΟ ΣΤΗΝ ΠΥΛΟ: ΣΤΟΝ ΑΣΤΕΡΙΣΜΟ ΤΩΝ ΔΙΑΚΙΝΗΤΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΟΡΟΣ

Το ναυάγιο στην Πύλοανέδειξε και πάλι το τεράστιο πρόβλημα που αποτελεί η λαθραία διακίνηση ανθρώπων από δουλέμπορους, καλυπτόμενους από μιαν ολόκληρη βιομηχανία: Τη Βιομηχανία της Αλληλεγγύης, κατά τον εύστοχο χαρακτηρισμό του Γιώργου Ρακκά, συγγραφέα ομώνυμης διδακτορικής διατριβής που έχει εκδοθεί από τις Εναλλακτικές Εκδόσεις.

Η βιομηχανία αυτή των κατ’ επάγγελμα αλληλέγγυων, καταγράφει τεράστιους τζίρους, χρησιμοποιεί μιαν Οργουελιανή δήθεν προοδευτική γλώσσα για να καλύψει τους σκοπούς της και συνεπικουρείται από καλοπροαίρετους αφελείς που παραγνωρίζουν τη συνολική διάσταση του θέματος.

Με αφορμή το ναυάγιο στην Πύλο, θα σημειώσομε ότι η συνήθης επικέντρωση της κριτικής στις Ελληνικές αρχές δε λαμβάνει υπ’ όψη της συγκεκριμένες παραμέτρους, τόσο επί του συγκεκριμένου, όσο και γενικά:

Την αρχική πληροφορία έδωσε Ιταλίδα ακτιβίστρια από ΜΚΟ. Αυτό σημαίνει ότι γνώριζε εξ αρχής τον απόπλου του σαπιοκάραβου, πληροφορημένη είτε από διακινητές είτε από επιβάτες. Ο ρόλος των διακινητών, δουλεμπόρων που εκμεταλλεύονται στυγνά τους «πελάτες» τους, αδιαφορώντας για τις ζωές τους, όχι μόνο δεν έχει αναδειχθεί, αλλά αυτοί αποτελούν προνομιακούς συνεργάτες των ΜΚΟ που εμπορεύονται την ψευδεπίγραφη αλληλεγγύη. Μια πρώτη αντιμετώπιση του ζητήματος θα ήταν η πάταξη της δράσης των δουλεμπόρων, η οποία βεβαίως πρέπει να πάει παράλληλα με τον έλεγχο των ΜΚΟ. Το ρόλο των διακινητών κατάγγειλε μέχρι και ο Μοχάμαντ Σαντίκ Σαντζράνι, πρόεδρος της Γερουσίας του Πακιστάν, της χώρας με τα περισσότερα θύματα στο ναυάγιο, δίνοντας συλλυπητήρια στις οικογένειες των νεκρών. «Οι σκέψεις και οι προσευχές μας είναι μαζί σας και προσευχόμαστε οι εκλιπόντες να βρουν αιώνια ειρήνη… αυτό το καταστροφικό περιστατικό υπογραμμίζει την επείγουσα ανάγκη να αντιμετωπιστεί και καταδικαστεί η απεχθής πράξη του παράνομου human trafficking».Δηλαδή και οι χώρες αποστολής τίθενται απέναντι στις ΜΚΟ και τους λαθροδιακινητές, όχι όμως οι δικοί μας «αλληλέγγυοι»!

Πέρα από τις χώρες αποστολής, και οι χώρες υποδοχής έχουν αντίστοιχες αντιδράσεις σε μια διαδικασία που καταλήγει στη διάλυση της συνοχής στις κοινωνίες υποδοχής. Εδώ μπαίνουν στην εξίσωση υπερεθνικά διευθυντήρια και οργανισμοί του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού, που αποσκοπούν στην κατάλυση της εθνικής κυριαρχίας των λαών, με αιχμή του δόρατος τις οργανώσεις και ΜΚΟ του Σόρος.

Η στάση της ακτιβίστριας είναι χαρακτηριστική του ρόλου των ΜΚΟ. Οι τελευταίες, χρηματοδοτούνται αφειδώς από το δίκτυο του Σόρος και επιτελούν το έργο που τους έχει ανατεθεί, παραβιάζοντας τους νόμους των χωρών υποδοχής και επιβάλλοντας την πολιτική τους. Σε αυτό το σημείο συνεπικουρούνται από την ανοχή των τοπικών αρχών, οι οποίες λειτουργούν υπό το φόβο της παγκόσμιας διαπόμπευσης από τα πανίσχυρα μέσα των υπερεθνικών διευθυντηρίων, αλλά και από οργανωμένες μειοψηφίες στο εσωτερικό τους που πιέζουν προς αυτή την κατεύθυνση.

Για την ιδεολογική επιβολή της πρακτικής αυτής, το κύκλωμα των διακινητών και των ΜΚΟ συναντάται και αλληλοτροφοδοτείται από την ιδεολογία της «Αφύπνισης» (κίνημα των αφυπνισμένων-Woke), το οποίο επιδιώκει την πλήρη ακύρωση των κατακτήσεων του Δυτικού Πολιτισμού μέσα από μια κριτική των ιστορικών του σφαλμάτων, όπως της αποικιοκρατίας και του ρατσισμού. Όμως άλλο η κριτική της αποικιοκρατίας και του ρατσισμού, και όχι μόνο των Δυτικών, και άλλο η συνολική αποδόμηση των κοινωνιών προς όφελος ενός κατακερματισμού και αντιπαλότητας όλων εναντίον όλων. Μια κοινωνία οφείλει να διαγιγνώσκει τα προβλήματά της και να τα λύνει η ίδια, όχι να της επιβάλλουν λύσεις άλλοι γι’ αυτήν.

Η θεωρία εδώ είναι ότι επειδή η Ευρώπη υπήρξε αποικιοκρατική, πρέπει να δεχτεί τώρα πληθυσμούς από χώρες που υπήρξαν αποικίες. Μια συνολική κριτική σε αυτή την άποψη θα ασκήσομε σε άλλο σημείωμα, εδώ θα περιοριστούμε να πούμε πως η Ελλάδα δεν υπήρξε ποτέ αποικιοκρατική δύναμη, αντίθετα υπήρξε η ίδια αποικιοκρατούμενη από τους Δυτικούς πολύ πριν την έξοδο στην Αμερική, ενώ όταν τη Μεσόγειο λυμαίνονταν οι Άραβες πειρατές, το λευκό χρώμα των Ελλήνων ήταν το διαβατήριο στην αιχμαλωσία και την πώλησή τους στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής. Οπότε τέτοια κριτική δεν αγγίζει την πατρίδα μας.

Πέραν των διακινητών-ατόμων, μεγαλύτερο κίνδυνο παρουσιάζουν οι χώρες-διακινητές, όπως η Τουρκία, καθώς αυτές εργαλειοποιούν το μεταναστευτικό για να αμφισβητήσουν την εθνική κυριαρχία της χώρας μας. Η συστηματική οργάνωση και αποστολή μεταναστευτικών ροών από την Τουρκία στην Ελλάδα, με αποκορύφωμα της εισβολή στον Έβρο το 2020, καταδεικνύουν ότι η Τουρκία είναι απολύτως συνειδητοποιημένη ως προς τα καταστροφικά αποτελέσματα της πολιτικής αυτής για τις τοπικές κοινωνίες και την εθνική κυριαρχία των χωρών υποδοχής, και τα εντάσσει στον υβριδικό πόλεμο που εδώ και χρόνια έχει κηρύξει στην Ελλάδα.

Πρέπει λοιπόν να διαμορφώσομε μια ξεκάθαρη πολιτική απέναντι στη μονομερή βιομηχανία της αλληλεγγύης, μονομερή καθώς αδιαφορεί για την κατάσταση στις χώρες αποστολής. Θα μπορούσαν τα ιδρύματα του Σόρος να διοχετεύσουν τα τεράστια ποσά που δαπανούν στη δημιουργία υποδομών στις χώρες αποστολής, ώστε να βελτιώσουν τις συνθήκες εκεί και να μη δημιουργείται η επιθυμία αποχώρησης από αυτές. Θα μπορούσαν ακόμα, αν ήταν ειλικρινές το ενδιαφέρον τους, να ασχοληθούν και με άλλες περιπτώσεις καταπάτησης δικαιωμάτων με πρώτη προτεραιότητα τον αποκλεισμό του Αρτσάχ από το Αζερμπαιτζάν.

Μια πολιτική λοιπόν στο θέμα της μετανάστευσης, θα στόχευε στην πάταξη των δουλεμπορικών δικτύων και των ΜΚΟ που τα υποστηρίζουν, θα εξέταζε αιτήματα εισόδου στη χώρα σε χώρους εκτός των χωρών υποδοχής, κατά προτίμηση στα κατά τόπους προξενεία (μην πει κανείς ότι οι πολιτικοί πρόσφυγες δεν έχουν τη δυνατότητα επίσκεψης σε προξενείο της Ελλάδας, γιατί η χώρα μας δε συνορεύει με χώρες σε εμπόλεμη κατάσταση που δημιουργούν πρόσφυγες), θα εκτελούσε άμεσα τις αποφάσεις απέλασης και δε θα δημιουργούσε δομές φιλοξενίας σε περιοχές όπου θα επερχόταν δημογραφική αλλοίωση. Αλλά το κυρίαρχο είναι η ιδεολογική επικράτηση απέναντι στις θεωρίες της Αφύπνισης, του δικαιωματισμού και του εθνομηδενισμού, οι οποίες εκκολάπτουν το κύκλωμα των λαθροδιακινητών και των ΜΚΟ και οδηγούν στο θάνατο χιλιάδες ανθρώπους…

23 Ιουνίου, 2023 Posted by | Πολιτική και πολιτισμός | , , , , , | Σχολιάστε

ΤΑ ΛΑΘΟΣ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ μια απόπειρα αποφυγής παρεξηγήσεων σε σχέση με τις εκλογές

Τα αποτελέσματα των εκλογών έδειξαν ακόμα μια φορά πως η κάλπη κρύβει εκπλήξεις. Κόντρα σε προβλέψεις δημοσκοπικές, αντίθετα από εκτιμήσεις βάσει λογικών συλλογισμών και γεγονότων, οι εκλογές ανέδειξαν θριαμβεύτρια τη Νέα Δημοκρατία και σε άτακτη υποχώρηση το ΣΥΡΙΖΑ. Double score που λέμε και στο μπάσκετ, ενώ οι δημοσκοπήσεις έδιναν διαφορά κάτω του 8%.

Τί πρέπει άραγε να καταλάβομε από αυτή την εξέλιξη; Έχει τέτοιαν αποδοχή η κυβερνητική πολιτική; Παίζει μόνη της η Νέα Δημοκρατία; Μήπως δεν κατάλαβε ο λαός την πολιτική της αξιωματικής αντιπολίτευσης; Στα κεντρικά των κομμάτων οι αναλύσεις δίνουν και παίρνουν, και τα συμπεράσματα θα καθορίσουν την πολιτική τους στο προσεχές διάστημα: Της κυβέρνησης για το τί πολιτική θα ασκήσει, του ΣΥΡΙΖΑ για να διαμορφώσει τυχόν προϋποθέσεις ανάκαμψης, του ΠΑΣΟΚ για να διεκδικήσει την παλιά του αίγλη κ.ο.κ.

Αποπειρώμενοι να καταλήξομε κι εμείς κάπου, πρέπει να σταθούμε σε κάποιες σκέψεις με βάση όλα όσα καταιγιστικά συνέβησαν:

Επί τέσσερα χρόνια η κυβέρνηση έβγαινε πρώτη στις δημοσκοπήσεις. Με κορωνοιό, με τουρκικές απειλές, με λαθρομετανάστευση, με πόλεμο στην Ουκρανία, η φθορά που έπρεπε να έχει δεν εξαργυρώθηκε από άλλο κόμμα. Αυτό όμως δεν οφείλεται σε τύχη αλλά σε ανικανότητα της αντιπολίτευσης.

Φαίνεται ακόμα να υπάρχει μια σιωπηλή πλειοψηφία που δεν ακούγεται, δεν καταγράφεται στις δημοσκοπήσεις, δεν είναι ενεργή στους δρόμους και στα κοινωνικά δίκτυα. Κι αυτή καθόρισε το αποτέλεσμα. Ποιες ήταν οι αφετηρίες της σ’ αυτή την κατεύθυνση;

Το μήνυμα αυτής της ψήφου δεν ήταν τί θέλει η κοινωνία. Ήταν πώς θα αποφύγει τα χειρότερα. Κι επειδή η επανάκαμψη του ΣΥΡΙΖΑ ήταν μια πιθανότητα, ο λαός που είχε την εμπειρία της μνημονιακής πολιτικής, του ξεπουλήματος της εθνικής περιουσίας μέσω και του υπερταμείου, της προδοσίας της Μακεδονίας, της περιφρόνησης της αμυντικής θωράκισης της χώρας, της υποτέλειας απέναντι στην Τουρκία, του έμφυτου εθνομηδενισμού, του νεοταξίτικου δικαιωματισμού, προσπάθησε με κάθε τρόπο να την αποφύγει.

Υπό άλλες συνθήκες, το πολιτικό σύστημα θα διέθετε τις φωνές και δυνάμεις εκείνες που θα προέτασαν μιαν εναλλακτική πολιτική στην κατεύθυνση του δημοκρατικού πατριωτισμού, η οποία θα μπορούσε αν αποτελέσει μιαν εναλλακτική. Όμως εδώ τέτοιος πόλος δεν υπήρξε.

Τι υπήρχε; Μια κυβέρνηση που στον πρώτο της προϋπολογισμό προέβλεπε μείωση των αμυντικών δαπανών, που όμως αντέδρασε στην τουρκική επιθετικότητα. Μια κυβέρνηση που έκαμε εξοπλισμούς, αλλά δεν έβαλε τις βάσεις για μιαν εθνική αμυντική βιομηχανία. Μια κυβέρνηση που αντέδρασε στην εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού από την Τουρκία αλλά επιδίωξε τη δημιουργία καταυλισμών στα ακριτικά νησιά. Μια κυβέρνηση που δεν έχει πολιτική για την παραγωγική ανασυγκρότηση, ούτε για το δημογραφικό. Εν κατακλείδι, μια κυβέρνηση που δεν έχει όραμα, αλλά αντιδρά στις πιέσεις που δέχεται ο τόπος, έστω και δίχως συνολικό σχέδιο. Κι απέναντί της η βεβαιότητα ότι η αντιπολίτευση δε θα αντιδρούσε, έστω και εξ αντανακλάσεως όπως η κυβέρνηση.

Ακόμα, υπήρχε και η συνειδητοποίηση από το λαϊκό σώμα πως τυχόν επανάκαμψη του ΣΥΡΙΖΑ ήταν μια προοπτική δίχως αύριο. Μόνος του ή σε συνεργασία με λοιπές εθνομηδενιστικές δυνάμεις όπως ο Γιάννης Βαρουφάκης, ο ΣΥΡΙΖΑ ενεργοποίησε αντανακλαστικά της κοινωνίας που δεν ήθελε να ξαναζήσει την περίοδο 2015-2019. Και αυτό οδήγησε την κοινωνία στην αγκαλιά της Νέας Δημοκρατίας.

Δε θα πρέπει να συμπεράνει η κυβέρνηση λοιπόν πως το εκλογικό αποτέλεσμα αποτελεί επιδοκιμασία της πολιτικής της. Αποτελεί σίγουρα αποδοκιμασία μιας πολιτικής που άσκησε ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση και συνέχισε να προβάλει ως αντιπολίτευση. Μιας πολιτικής που δεν απαντούσε στα προβλήματα της κοινωνίας, αλλά σε φαντασιακές καταστάσεις που δεν είχαν σχέση με την πραγματικότητα, με νεοταξικά ιδεολογήματα που ενδύονται τη λεοντή της Αριστεράς για να καθίστανται πιο εύπεπτα. Μιας πολιτικής που αυτοεπιβεβαιωνόταν μέσα σε κομματικά γραφεία με όρους ιδεολογικού αυτισμού, που αδυνατούσε να αναλύσει στοιχειωδώς τη γεωπολιτική («θα το ρισκάρουμε με τους Τούρκους»), οικονομική, δημογραφική, παραγωγική πραγματικότητα. Μιας πολιτικής «φοιτητικής ξεγνοιασιάς», που προσφυώς είπε κι ο Σαββόπουλος, «ημιπιτσιρικάδων» κατά τα λεγόμενα των ίδιων.

Με πάταγο λοιπόν έκλεισε η μακρά περίοδος της μεταπολίτευσης, υπερβαίνοντας το διαχωρισμό Αριστεράς-Δεξιάς, απορρίπτοντας την αλλοίωση και γελοιοποίηση των αξιών της πρώιμης μεταπολίτευσης που εξελίχθηκαν σε νομιμοποίηση του κρατικοδίαιτου συνδικαλισμού, της διαφθοράς, των νεοταξικών προταγμάτων και της οργουελιανής νεογλώσσας των ΜΚΟ και του Σόρος και του εθνομηδενισμού.

Το να λάβει τα μηνύματα αυτά ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι δύσκολο, γιατί θα πρέπει να αρνηθεί τον εαυτό του. Αν τα καταφέρει, με την απαραίτητη αυτοκριτική, θα έχει κάμει μιαν υπέρβαση που μόνο καλά θα προοιωνίζεται για τον τόπο.

Αλλά κι η Νέα Δημοκρατία θα πρέπει να μην παρασυρθεί από το αποτέλεσμα, ούτε και από το ότι παίζει δίχως αντίπαλο μέχρι τώρα. Γιατί η χώρα χρειάζεται δυνάμεις που θα μπορούν να αντιπαρατεθούν γόνιμα, με όραμα και προοπτική, στην αποσπασματική πολιτική της. Η καταφυγή στη Νέα Δημοκρατία προς αποφυγή μιας συγκεκριμένης πολιτικής, δεν πρέπει να θεωρηθεί πως δίδει λευκή επιταγή. Η κοινωνία ένοιωσε πως δεν είχε επιλογές, απέφυγε μια προοπτική που θεωρούσε καταστροφική, και για να το πετύχει στήριξε την κυβέρνηση. Δε στήριξε την πολιτική της.

Θέλομε δυνάμεις στο πολιτικό φάσμα που θα συγκρούονται, που θα εμφανίζουν διαφορετικές προσεγγίσεις, τεκμηριωμένες, ώστε να μπορεί ο λαός να επιλέξει. Χρειάζεται επίσης αυτές οι δυνάμεις να λειτουργούν υπό έναν κοινό παρονομαστή, κάποιες παραδοχές που θα θεωρούνται κοινή βάση, πάνω στην οποία θα χτίζονται οι διαφωνίες, οι συγκλίσεις, και θα λειτουργεί ο δημόσιος διάλογος. Κι αυτή η βάση οφείλει να είναι ο δημοκρατικός πατριωτισμός. Ούτε Ναζί χωρούν εδώ, ούτε εθνομηδενισμός. Ας ελπίσομε ότι η προσεχής περίοδος, θα μας φέρει διεργασίες που θα οδηγήσουν στη διαμόρφωση τέτοιων δυνάμεων.  

1 Ιουνίου, 2023 Posted by | Πολιτική και πολιτισμός | , , , , , | Σχολιάστε

ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ ΚΑΙ ΓΕΝΟΚΤΟΝΟΙ

Η φετινή επέτειος της Αρμενικής Γενοκτονίας (και η επερχόμενη της Ποντιακής) θα ήταν, υπό άλλες συνθήκες, μια ακόμα υπόμνηση των φρικαλεοτήτων των αρχών του 20ου αιώνα, η οποία θα ξεχνιόταν στο μπαούλο με τις υποχρεώσεις μέχρι την επόμενη φορά. Φέτος όμως συμπίπτει με γεγονότα που επιβεβαιώνουν και συνεχίζουν τη γενοκτόνο πολιτική, τα οποία ο κόσμος παρακολουθεί αδιάφορος.

Το Αζερμπαϊτζάν, εδώ και κάποιους μήνες, έχει αποκλείσει το μοναδικό δίαυλο επικοινωνίας του Αρτσάχ με την Αρμενία, το δίαυλο του Μπερτζόρ (Λατσίν στα Αζερικά). Η περιοχή δεν έχει επικοινωνία με τον υπόλοιπο κόσμο, αφού περιβάλλεται από το Αζερμπαιτζάν εκτός από το συγκεκριμένο διάδρομο που της επιτρέπει την πρόσβαση στην Αρμενία. Ο αποκλεισμός του Αρτσάχ αποσκοπεί στην εξαφάνιση των Αρμενίων από μιαν ακόμα ιστορική κοιτίδα τους. Επιτρέπεται να βγει κάποιος, αλλά δεν μπορεί να επιστρέψει. Συγχρόνως, ο Αλίεφ δηλώνει, κλιμακώνοντας την ένταση, ότι οι κάτοικοι του Αρτσάχ θα πρέπει να αποδεχτούν την Αζερική κυριαρχία ή να φύγουν.

Η Γενοκτονία του 1915 εδώ πλησιάζει στην ολοκλήρωσή της. Οι Αρμένιοι, απομονωμένοι γεωπολιτικά στον Καύκασο, περιτριγυρισμένοι από εχθρούς, νιώθουν την άσκηση βίας που τους ασκεί το Αζερμπαϊτζάν. Στόχος του τελευταίου, συνεπικουρούμενου από την Τουρκία, είναι να εξαφανίσει το αρμενικό κράτος, και το Αρτσάχ είναι η πρώτη φάση του δράματος.

Ο υπόλοιπος κόσμος πράττει ό,τι και το 1915: Παρακολουθεί αδιάφορος, ψελλίζοντας ενίοτε κάποια λόγια συμπάθειας στον Αρμενικό λαό. Αλλά μέχρι εκεί. Κι όμως, θα περίμενε κανείς άλλη αντιμετώπιση από κράτη που έχουν υπογράψει τη διεθνή συνθήκη για τη Γενοκτονία.

Η Ρωσία, έχει συνάψει σύμβαση στρατιωτικής υποστήριξης με την Αρμενία· δεν επενέβη στον πόλεμο του 2020 στο Αρτσάχ (Ναγκόρνο Καραμπάχ), επειδή δεν αποτελεί Αρμενική επικράτεια. Όμως δεν έχει αντιδράσει ούτε σε επιθέσεις των Αζέρων στο Αρμενικό έδαφος. Ο Ρώσος διανοούμενος Αλεξάντερ Ντούγκιν, ο θεωρητικός της Ευρασιατικής πολιτικής της Ρωσίας, θεωρεί το Αζερμπαιτζάν πολύτιμο για την πολιτική αυτή και έτσι δικαιολογεί τη βαθμιαία εγκατάλειψη της Αρμενίας από τη Ρωσία. Σχέδιο του Ρώσου υπουργού εξωτερικών Λαβρόφ ήταν και η κατάληξη του πολέμου του 2020, με τον οποίο η Αρμενία παρέδωσε 5 επαρχίες που είχε καταλάβει το 1992 στο Αζερμπαιτζάν, και οι οποίες θα αποτελούσαν διαπραγματευτικό χαρτί στις συζητήσεις για το μέλλον του Αρτσάχ.

Η Δύση βρίσκεται αρκετά μακριά, έτσι ώστε να καθίσταται δύσκολη η βοήθεια στην Αρμενία, αν το ήθελε. Όμως, η στάση της εδώ καθορίζεται από την ανάγκη που έχει για το φυσικό αέριο του Αζερμπαϊτζάν και την οδηγεί σε μιαν αιδήμονα ουδετερότητα που καταλήγει σε απραξία απέναντι στη γενοκτονία που συντελείται, αργά και μεθοδικά. Αδυνατεί να αντιληφθεί ότι η επιθετικότητα του Αζερμπαιτζάν απέναντι στην Αρμενία, πέρα από τη γενοκτόνα πρόθεσή της, συνιστά και επιβολή του Ευρασιατικού δεσποτισμού στη γεωπολιτική συγκυρία που διανύομε. Ήδη, το Αζερμπαιτζάν, με το δικτάτορα Αλίεφ, συμμετέχει στον οργανισμό συνεργασίας της Σαγκάης, μαζί με άλλες απολυταρχίες της περιοχής.

Γενοκτονία έχομε με πολλούς τρόπους. Ένας από αυτούς, με βάση τη διεθνή σύμβαση για τη γενοκτονία, είναι «η εκ προθέσεως υποβολή της ομάδος εις συνθήκας διαβιώσεως δυναμένας να επιφέρωσιν την πλήρη ή την μερικήν σωματικήν καταστροφήν αυτής». Αυτό συντελείται τώρα στο Αρτσάχ. Ο αποκλεισμός των 120.000 Αρμενίων που ζουν εκεί, αποσκοπεί στο να καταστήσει τη διαβίωσή τους αφόρητη και να τους οδηγήσει στην εγκατάλειψη των εστιών τους. Αυτό που ξεκίνησαν οι Τούρκοι το 1915 συνεχίζουν σήμερα οι ομόφυλοί τους Αζέροι.

Ο αρμενικός λαός, θύμα της γεωγραφικής του θέσης, περικυκλωμένος από εχθρικούς πληθυσμούς που έχουν καταλάβει τα περισσότερα εδάφη του, είναι αντιμέτωπος με την εξαφάνισή του. Κι εμείς σιωπούμε, αν και σα θέμα αρχής θα έπρεπε να έχουμε σταθεί δίπλα στο Αρτσάχ· αλλά και σα θέμα γεωπολιτικής, θα έπρεπε να σκεφτούμε ότι αυτά που συνέβησαν τότε στους Αρμένιους ήταν το προανάκρουσμα για τη γενοκτονία και του Μικρασιατικού/Ποντιακού Ελληνισμού. Κι ότι αυτά που σήμερα γίνονται στο Αρτσάχ, είναι μια προειδοποίηση ότι εμείς είμαστε οι επόμενοι, απειλούμενοι από τον ίδιο εχθρό που λειτουργεί μέσα από άλλο κράτος και που επανακάμπτει στη περιοχή απαιτώντας την υποταγή μας.

28 Απριλίου, 2023 Posted by | Κείμενα για την Μικρασία, Πολιτική και πολιτισμός | , , , , , , | Σχολιάστε

ΕΝΑ ΜΙΚΡΟ ΛΑΘΟΣ

ΗΤΑΝ Μέγα Σάββατο, δύο ώρες να ξημερώσει· εις το μικρό προαύλι μιας κατοικίας χαμηλής, εις την άκρην και ανάμερα του χωρίου, η Μαρία εβοηθούσε τον άνδρα της να φορτώσει το άλογό του με λάδι από το ύστερο άλεσμα εκείνης της καρποφορίας.
― Μην ανησυχείς αν νυκτώσω, της είπεν· έχω πολλά πράγ­ματα να τελειώσω εις την πόλιν.
― Μη λησμονήσεις τον καλόν άνθρωπον, οπού σ’ εκυνήγησε τόσον εφέτος, μην έχομε πάλι βάσανα.
― Να μην ανακατώνεσαι εις τες δουλειές μου· σου το είπα εκατό φορές.
     Και με τούτο ο Πέτρος εκίνησε το άλογο φορτωμένο και κατέβη προφυλακτικά, το λιθόστρωτο μονοπάτι, που μέσ’ από το χωριό έβγαινε εις τον δημόσιον δρόμον.
     Οι πρώτες ακτίνες του Ηλίου, μέσ’ από την θύραν και από το παράθυρο, εφώτιζαν το φτωχικό εκείνο χαμώγι και τα ολίγα σκεύη του, ένα μικρό βουτσί1, ένα σκαφόνι2, μίαν καπάσα3, ένα τρα­πέζι και δύο καθίσματα· εις το ένα πλάγι είχαν το κρεβάτι και εις το άλλο την γωνίστραν. Η Μαρία εβάλθη άμεσως να κάμει την εργασίαν της παραμονής· εσάρωσε τον πάτον, εξαράχνιασε την σκέπην, εξεσκόνισε όλα τα σκεύη, εγέμισε το καντήλι της Πανα­γίας, έβαλε καθαρά σεντόνια εις το κρεβάτι κι επάνω το καλύτερο πάπλωμά της· κατόπιν άλλαξε και αυτή, εκάθισεν εις το κατώφλι και έστεκε συλλογισμένη.
― «Μας λείπει, έλεγε, από το Πάσχα4 έφθασε η Λαμπρή και ευρίσκεται ακόμη εις τα ξένα, και έχομε ένα μήνα όπου δεν επιάσαμε γράμματά του· όταν τον είχα κοντά μου, έβαζε το χρυσό μου παιδί τον καλόν του λόγον και ημέρωνε η παραξενιά του πα­τρός του· α! πόσο θα του πονεί να περνά τες καλές τούτες ημέρες μακριά από τη μανούλα του. Τα θηλυκά τι θα μου κάνουν τα καημένα; κακοπανδρεμένες και οι δύο υπομονή· έχει ακόμη σαράντα ημέρες να κάμει στρατιώτης· άμα γυρίσει, θα είναι όλα καλά. Πάσχασε με την ευχή μου, παιδάκι μου». Αυτά έλεγε με τον νουν της η Μαρία και εδάκρυζε· εις το πρόσωπό της, όπου άλλοτε είχε βασιλεύσει το κάλλος και η φαιδρότης, εφαίνοντο εκείνες οι στερεές και αυστηρές γραμμές, οπού αγάλι αγάλι χαρακώνει το πρώιμο γήρας, ο κόπος, ο πόνος και η χριστιανική υπομονή.
     Από τους στοχασμούς της έξαφνα την εσήκωσε ο ήχος από όλα τα κωδωνοστάσια των εκκλησιών του χωριού· ήταν η Ανάστασις· διότι εις την Κέρκυραν το Μέγα Σάββατο, τέσσερες ώρες αφού ανατείλει ο ήλιος, απ’ όλες τις εκκλησίες της πόλεως το χαρμόσυνο μήνυμα, ως ηλεκτρική σπίθα, περνά εις τα σιμoτινά χωριά και από αυτά έως τα ακρινότερα της νήσου, ώστε όλοι οι κάτοικοι των ενενήντα χωριών σχεδόν εις την ιδίαν στιγμήν πανηγυρίζουν την Ανάστασιν με κωδωνοκρουσίες και τουφεκισμούς. Η Μαρία εσφόγγισε τα δάκρυά της, έκαμε τον σταυρόν της και εκίνησε προς την πρωτεύουσαν εκκλησίαν να παρευρεθεί εις την αγίαν τελετήν.

     * * *

     Το εσπέρας ο άνδρας της έφθασε από την πόλιν.
     Λάβε, της είπε, τα χρυσάφια σου. Τα σήκωσα από το Κατά­στημα5 να τα φορέσεις αύριο· έστειλα και δεκαπέντε δραχμές του Αντωνάκη μας, να καλοπεράσει αυτές τες άγιες ημέρες· θα τες λάβει την Νια Δευτέρα· μας γράφει ότι είναι καλά, και μας εύχεται καλήν Λαμπρήν· πάρε το γράμμα να το φυλάξεις με τα άλλα.
― Καλήν φώτισιν σου έδωκεν ο Θεός· λέγω για το παιδί μας, όχι για τα χρυσάφια μου· εις περασμένες ημέρες, ωσάν νέα κι εγώ, εζήλευα να τα φορώ· αμή τώρα… και ύστερα, έμαθα από πολύν καιρόν να τα έχω εις το Κατάστημα· κοίταξε πώς εμαύρισαν τα μαραμένα.
     Και αμέσως εβάλθη να ξεσκονίσει το μαύρο βελουδένιο χρυσοκέντητο πεσελί6 , να τρίψει τες ασημοχρυσωμένες φούμπιες7, τα ασημένια σκολαρίκια, τον χρυσούν λαιμόν, τες χρυσές περόνες της κεφαλής και τα δακτυλίδια. Και ενώ έκαμνε αυτήν την εργασίαν, αισθάνετο ότι επιάνετο η καρδιά της.
     «Παναγία μου, έλεγε μέσα της, κάμε να έχει καλό τέλος τούτη μου η χαρά· δεν επερίμενα τόσην καλοσύνην από τον άνδρα μου· θα τον οδήγησε ίσως ο καλός μου πνευματικός και όμως εγώ ποτέ μου δεν άνοιξα το στόμα να παραπονεθώ για τες κακοτροπίες του συντρόφου μου· γνωρίζω πόσες φροντίδες, πόσα βάσανα έχουν αυτοί οι δύστυχοι άνδρες. Είναι αναγκασμένοι εις την ανέσοδη να χρεωθούν για το θεόψωμο, και συμβαίνει πολλές φορές, για τες αμαρτίες μας, είτε η όστρια8 να χαλάσει τον καρπόν9 , είτε το κρύο απριλιάτικα να κάψει τα σταφύλια μες στο άνθισμά τους· και τότε ο τοκογλύφτης τους φοβερίζει με φυλάκισιν για να τους βιάσει να του γράψουν το ένα δέκα, είκοσι, πενήντα ―ω! οι μαύρες ψυχές, διάδικον να ‘χουν τον Θεόν― και ύστερον οι άνδρες μας ν’ αγριεύουν, μας μαλώνουν άδικα για το παραμικρό, ε! η φτώχεια γεννά τη γκρίνια. Πόσες φορές αυτά τα χρυσάφια, αυτό το πεσελί μου, τούτη η καημένη μου προίκα, εχρησίμευσε για να σηκώσομε από το κατάστημα καμμιά πενηνταριά δραχμές, διά να μη σαπεί ο άνδρας μου εις την φυλακήν. Α! να περάσουν γρήγορα αυταί οι σαράντα ημέρες, να γυρίσει το παιδάκι μου, να μας βοηθήσει».
     Η καημένη της προίκα! Όποιος δεν γνωρίζει την εξοχήν της Κερκύρας, θα παραξενευθεί ν’ ακούσει ότι οι γυναίκες συνήθως φέρ­νουν μόνην τους προίκα καμία διακοσαριά δραχμές χρυσάφια και κάποτε δύο ή τρία ελαιόδενδρα ή ένα ή δύο τσαπιών αμπέλι, εισό­δημα δέκα δραχμών τον χρόνον· αλλά η θαυμαστή χωριανή φέρνει με το σώμα της το εύρωστο και με την ευγενικήν ψυχήν της θη­σαυρόν ατίμητον εις την οικογένειαν όπου έρχεται νύφη και αγογ­γύστως εργάζεται και κοπιάζει και όταν συμβαίνει να χηρεύσει με ανήλικα παιδιά, τότε με το προνοητικό της πνεύμα, με υπεράνθρωπον αγώνα κυβερνά την οικογένειαν, και άπειρα έχομε παρα­δείγματα, όπου γυναίκα χήρα ανάστησε σπίτι ξεπατωμένο.

     * * *

     Επέρασε το Νιοβδόμαδο ήσυχα, κι εξημέρωσε η Δευτέρα. Ο Πέτρος αναχώρησε για την πόλιν να φέρει τρόφιμα για τους εργάτες εις το σκάψιμο των αμπέλων· οι πολλές και συχνές βροχές της μεγάλης τεσσαρακοστής και κατόπιν οι εορτάσιμες ημέρες είχαν εμποδίσει αυτήν την εργασίαν, η όποια γίνεται τακτι­κώς τον Φεβρουάριον και τον Μάρτιον.
     Το μεσημέρι η Ελένη ήλθε να εύρει την μητέρα της.
― Μάνα, της είπε, να λυτρώσεις το σπίτι μου· το παιδί μου εξημέρωσε χειρότερα, όλο το κορμάκι του είναι φωτιά, παραλογάει· έχομεν ανάγκην από ιατρόν και φάρμακα.
― Τι να σου κάμω, παιδί μου· το γνωρίζεις πώς περνάμε· ο καρπός εσώθηκε· αν μας έμειναν ολίγα λεπτά, αυτά μας χρειά­ζονται να πλερώσομε εργάτες για τ’ αμπέλια· μας λείπει το μο­νάκριβό μας παλικάρι, και ο Πέτρος δεν προφθάνει να τα σκάψει μόνος του, αν και τον βοηθώ κι εγώ· από τον καιρόν όπου τα παιδιά μας πηγαίνουν στρατιώτες, πιάνομε κι εμείς οι γυναίκες το τσαπί.
― Μάνα, σπλαχνίσου μας· δεν έχομε πεντάρα και μας χρειά­ζονται αύριο αμέσως δεκαπέντε δραχμές για τον ιατρόν και δέκα για το αμάξι, χωρίς τα φάρμακα και ό,τι άλλο διορίσει.
― Και πού να τα εύρω, παιδί μου· ο πατέρας σου, εις τούτην την εσοδείαν, εξ αφορμής όπου ήταν ολίγη καρποφορία δεν μου άφησε τα υστερομαζώματα, καθώς ήταν η παλαιά συνήθεια να τ’ αφήνουν των γυναικών για να έχουν και αυτές ολίγα λεπτά εις την κασέλα τους.
― Αμή σου έφερε εφέτος τα χρυσάφια σου· κάμε το καλό να μου τα δώσεις για κανένα μήνα να τα βάλω μ’ εκείνα τα ολίγα τα δικά μου εις το Κατάστημα, να οικονομήσομε αυτές τες δραχμές· έως την Ανάληψιν δεν θα έχεις ανάγκην να τα φορέσεις· μάνα, κάμε το, αν μ’ αγαπάς.
―Δεν το έλεγα η δύστυχη ότι αυτά τα χρυσάφια θα μου γί­νουν φαρμάκι; Είσαι βέβαιη, Ελένη μου, ότι έως την Ανάλη­ψιν θα τα ξαγοράσεις;
― Βεβαιότατη· θα πουλήσει το δαμάλι οπού έχει μισιακό· θα πουληθεί ίσια ίσια τες παραμονές της Αναλήψεως.
― Θα είναι εδώ ο Αντωνάκης μου, είπε μέσα της η Μαρία, και τότε, ό,τι και αν τύχει, όλα διορθώνονται. Και πώς να μην την σπλαχνισθώ, είναι ατάλικη10 και ακόμη αδύνατη από την ύστε­ρή της αρρώστια, και μη μου πάθει.
― Κάμε το, μητέρα, να χαρείς τον Αντώνη μας· θα γυρίσει γλήγορα ως ακούω.
― Ναι θα είναι εδώ της Μεσοπεντηκοστής.
     Εσηκώθη και έβγαλεν από την κασέλα τα χρυσάφια.
― Πάρε τα, παιδί μου, και βάλε εις όρκον τον άνδρα σου να μη με ομολογήσει· αν το μάθει ο πατέρας σου, εχάθηκα.

     * * *

     «Οϊμένα, ζωήν δυστυχισμένην οπού περνάμε εδώ εις το χω­ριό! έλεγε μόνη της η Μαρία, να μην ευρίσκεται ιατρός να έλθει να καθίσει εδώ να κάνει χριστιανικά την επιστήμην του· αμή να είμαστε αναγκασμένοι, όταν αρρωστήσει κανένα παιδί μας, ή να το φέρνομε εις την αγκαλιά μας εις την πόλιν, θερμασμένο, τρεις ώρες δρόμον, με το ηλιοπύρι, για να το ιδεί μίαν μόνην φοράν ο ιατρός, ή να εξοδεύομε φούκτες φράγκα για να τον φέρομεν εδώ, και αν πουλεί κανείς αυτό το ευλογημένο κινίνο, να το πλερώνομεν ωσάν χρυσόχωμα. Έτσι εχάθη το σπίτι του πατρός μου· από αρρώστιες εξεγίνηκε για να κοιτάξει το μονάκριβό του αρσενικό ―ένδεκα μήνες αρρώστια― επούλησε ό,τι και αν είχε, και τον εχάσαμε γιατί δεν έφερε τον ιατρόν από την αρχήν. Από τούτο εξέ­πεσε το σπίτι μας· προίκα δεν είχε να μου δώσει ο πατέρας μου παρά αυτά τα ευλογημένα στολίδια της μητρός μου· και όμως με επήρε τούτος ο χριστιανός, καλός, αμή, ο Θεός φυλάξει, αν του έλθει το νευρικό· σ’ ολίγον καιρόν έθαψα τον καλόν μου πατέρα και η χήρα η μάνα μου έμεινε κορμός· και Θεός το ηξεύρει τι γεράματα περνά εις το ερμόσπιτό της. Οϊμένα, δεν ηξεύρω γιατί σήμερα όλα τα παλαιά μου δυστυχήματα μου ξαναφανερώνονται εις το πνεύμα, ως να ήσαν χθεσινά. Επέρασα τόσο ήσυχα αυτές τες άγιες ημέρες, και τώρα μου αρρώστησε αυτό το μικρό μου εγγόνι· δεν μ’ αρέσει αυτή η αρρώστια· και πώς να μη δώσω της Ελένης τα χρυσάφια;»
     Με αυτούς τους συλλογισμούς ανέβη εις την σιμοτινήν ράχην να μάσει αγριολάχανα για το δείπνον, και αφού τα έβαλε να βρά­σουν, έπεσε γονατιστή εις την εικόνα της Παναγίας οπού είχε επάνω εις το προσκέφαλο της νυμφικής της κλίνης.
― «Παναγία μου, είπε δακρύζοντας, τι είναι αυτό που αισθά­νομαι μέσα μου; βοήθησε με, μη πεθάνω πριν ιδώ το παιδί μου».

     * * *

     Ήταν δύο ώρες νύκτα και άρχισε η Μαρία ν’ ανησυχεί.
― «Αν έχει άλλα κακά, όμως δεν είναι από εκείνους που χάνονται εις την χώραν μέσα εις τα καπηλειά ή χασομερούν εις τον δρόμον μέσα εις τ’ αργαστήρια».
     Και έστεκε ακίνητη χωρίς να βγάλει άχνα, και εφαντάζετο να ακούει τα πέταλα, καθώς τ’ άκουε πάντοτε κάμποσα λεπτά πριν φθάσει, όπως το άλογο ετετραπόδιζε εις το λιθόστρωτο μονοπάτι.
― «Ήλθεν, εφώναξε· είναι το πάτημά του· πώς έρχεται με τα πόδια;» και με αυτό επετάχθη εις το μονοπάτι και σ’ ολίγα λεπτά της εφανερώθη ο άνδρας της.
― Καλησπέρα, της είπε μουγκόφωνα.
― Καλώς όρισες· τι εγίνηκε το άλογό μας; του έχω έτοιμον τον σανό.
― Το άλογο μας ξενυχτάει αλλού· άφησέ με ήσυχον να ξανασάνω· ο Θεός θέλει να μας παιδεύσει· ελάβαμε γράμματα από τον Αντωνάκη μας.
     Η Μαρία ερίγωσε.
― Τι γράφει;
― Εγύρισα βιαστικά και δεν επρόφτασα να εύρω κανέναν φίλον να μου το διαβάσει· πάρε το να σου το διαβάσει ο πνευματι­κός μας.
     Η Μαρία επήρε το γράμμα και της έτρεμαν τα γόνατα, το έβαλεν εις τον κόρφον της κι εβγήκε.
― «Τι να γίνω ο δύστυχος; έλεγε μόνος του· είμαι πάλι αναγκασμένος να της τα πάρω· το γνωρίζω ότι δεν θα μου κάμει την παραμικρήν δυσκολία, άμα γνωρίσει τι περιστατικό μου έτυχε· αλλά το έχω σ’ εντροπήν ύστερ’ απ’ ολίγες ημέρες».

     * * *



     Εύρηκε η Μαρία τον πνευματικόν της εις την Εκκλησίαν, οπού, κατά το σύστημά του, ανεγίνωσκε πριν πάει να πλαγιάσει τες εσπερινές του ευχές. Εις όλον τον ναόν το τέμπλο μοναχά με τα δεσποτικά εικονίσματα και τους δώδεκα Αποστόλους εφωτίζετο ολίγο από το καντήλι έμπροσθεν εις την εικόνα της Θεο­τόκου και από ένα κερί στυλωμένο εις το αναλόγι· αυτού ο ασπρο­μάλλης εφημέριος, χωρίς το καμηλαύκι, επροσεύχετο με ταπεινήν φωνήν, με καθαρήν προφοράν, γεμάτην χριστιανικήν κατάνυξιν. Η Μαρία εμπήκε εις τον νάρθηκα, εστάθη εις την θύραν, και με το κεφάλι σκυμμένο έλεγε μέσα της τα πατερημά της· όταν ο πα­πάς έκλεισε το ευχολόγι, επλησίασε και του εφίλησε το χέρι.
― Για καλό, Μαρία, τέτοια ώρα;
― Δέσποτα μου, συχώρεσε με· κάμε το καλό να μου διαβάσεις τούτο το γράμμα του Αντωνάκη μου.
― Α! το καλό παιδί! γρήγορα σώνεται ο καιρός του. Ο παπάς άνοιξε το γράμμα.
     «Καλέ μου πατέρα. Έλαβα το γράμμα σου και τα δεκαπέντε φράγκα· σας ευχαριστώ· αλλά γιατί να στερηθείτε σεις οι καημένοι γονείς μου; εδώ, χάρις εις τον Θεόν, δεν μου λείπει τίποτε· ο λοχαγός μου με αγαπά και μ’ επήρε και εις την ιδιαιτέραν υπηρεσίαν του· αλλά το βάρος της ξενιτιάς το αισθάνομαι περισσό­τερο αυτές τες άγιες ημέρες· είναι η πρώτη φορά οπού δεν εορτάζω εις το σπιτάκι μας. Αλλά και σεις πρέπει να έχετε υπομονήν· μάθετε ότι ήλθε διαταγή από το Υπουργείον να μας κρατήσουν και άλλους τρεις μήνες, ώστε μόνον τον τρύγον θα μ’ έχετε κοντά σας· για τούτο άργησα να σας γράψω, για να μη σας πικράνω μίαν ώραν πρωτύτερα. Πόσο θα βαρυφανεί της καημένης μου μάνας! Πατέρα μου, αν με αγαπάς, μη την λυπήσεις, καθώς συμβαίνει κάποτε να θυμώνεις. Σας φιλώ τα μάτια και τα χέρια. Θα σας γράφω από εκεί, όπου θα μετατεθεί το τάγμα, από τα σύνορα. Ο αγαπητός σου υιός».
     Άμα ετελείωσε ο παπάς, η Μαρία, όπου έκλαιε όλην την ώραν, ερώτησε.
― Δέσποτα μου τι είναι τα σύνορα;
― Το Βασίλειόν μας είναι το περισσότερο μέρος ζωσμένο από θάλασσα, και από την στερεάν γειτονεύει μόνον με το Βασίλειον των Απίστων· αυτού είναι τα σύνορα.
― Μήπως θα έχομε πόλεμο;
― Μη βάζεις αυτό στον νουν σου, Μαρία· και αν ηθέλαμε, και αν ημπορούσαμε να ελευθερώσομε τους αδελφούς μας, δεν θα μας άφηναν οι Κραταιοί της Γης· ησύχασε, δεν είναι κίνδυνος τώρα να αιματωθούμε.
― Αύριο πρωί θα έλθω, παπά μου, να μ’ εξομολογήσεις.
― Αμαρτίες που θα έκαμες, καημένη, από την Μεγάλην Πέμπτην· λέγε τα μια στιγμή τώρα.
― Είναι αργά, Δέσποτα μου, και με περιμένει ο Πέτρος· έρχομαι αύριο τ’ αποταχιά.
― Αύριο πηγαίνω εις την πόλιν· με προσκαλεί ο Δεσπότης για πνευματικήν υπηρεσίαν· έλα το βράδυ, εις αυτήν την ώραν, ή την Τετράδη το πρωί.
     Η Μαρία του εφίλησε το χέρι και αυτός την ευλόγησε, και ενώ εκείνη αναχωρούσε, έλεγε μόνος του:
     «Αγία γυναίκα! δεν είμαι άξιος να την εξομολογήσω, όχι εγώ ο αμαρτωλός, αλλά ούτε ο Πατριάρχης· θα της φαίνεται πως έχει κανένα άχυρο επάνω εις την συνείδησίν της και δεν βλέπει την ώραν να ξαλαφρωθεί· άλλοι, και πόσοι! έχουν δύο λίτρες βολίμι και δεν το αισθάνονται. Ω Παντοδύναμε, αν όλοι είχαν την καρδιά της, τούτος ο κόσμος θα ήταν Παράδεισος. Φοβούμαι μη πάθει κάποτε αυτή η γυναίκα από την περισσήν αγάπην της».

     * * *

     Η Μαρία είπε του ανδρός της ό,τι περιείχε το γράμμα.
― Υπομονή, Μαρία, και γι’ αυτό και για κάτι άλλο που θ’ ακούσεις τώρα. Μάθε ότι καθώς έμπαινα εις την πόλιν, ο κλη­τήρας μου έπιασε το άλογο, και ήθελε να με φέρει εις την φυλακήν· του χάρισα δέκα φράγκα για να μου αφήσει καιρόν να ημε­ρώσω τον δανειστήν μου· φαίνεται ότι τούτος ο αθεόφοβος έμαθε ότι εξαγόρασα τα χρυσάφια κι εσυμπέρανε από αυτό πως έχω ο δύστυχος να τον αποπλερώσω και δεν θέλω. Ετοίμασέ τα λοιπόν, ότι αύριο ενωρίς θα πάω να τα ξαναβάλω σημάδι, να δώσω του δανειστού μου όσα εσυμφώνησα· διαφορετικά θα χάσομε το άλογό μας, θα με βάλουν εις την φυλακήν, και θα μείνουν χέρσα τα αμπέλια.
     Ό,τι αισθάνθη η δυστυχισμένη γυναίκα εις εκείνην την στιγμήν δεν λέγεται· και πως να περιγραφεί ψυχική κατάστασις, εις την οποίαν ο άνθρωπος, αν και αθώος, αγνός, δοκιμάζει πρώτην φοράν όλην την οδύνην ενόχου συνειδήσεως Η Μαρία δεν επρόφερε λέξιν, έπεσε χάμου και άρχισε να κλαίει, και τα δάκρυά της δεν είχαν κρατημόν.
― Μα την αλήθειαν, καλή και προκομμένη νοικοκυρά! εφώναξε ο άνδρας της, κοίταξέ την! κλαίει και μύρεται ωσάν νυ­φούλα οπού θα της πάρουν τα στολίδια της. Μάθε, κυρά μου, οπού θέλεις και μη θέλεις, αύριο τ’ αποταχιά θα μου δώσεις το κλειδί της κασέλας να τα πάρω· εγώ είμαι ο κύριος εδώ.
― Α! Πέτρε, σκληρός οπού είσαι, άδικος―να ήξευρες― αύριο, αύριο, τ’ αποταχιά.
     Ο Πέτρος την άφησε αυτού σωριασμένην κατά γης, άναψε το τσιμπούκι του, εκάθισε εις το προαύλι κι έβαζε εις τον νουν του χίλιες υποψίες.

     * * *

     Πνεύμα ανθρώπινο δεν θα ήταν ικανό να ξανοίξει, και πολύ ολιγότερο να εννοήσει τι συνέβαινε από εκείνην την στιγμήν μέσα εις την ψυχήν της Μαρίας· χωρίς να ηξεύρει πού ευρίσκεται, χωρίς να δύναται να προσηλώσει το πνεύμα της εις τα ερχόμενα ή να το στρέψει εις τα περασμένα, ερίφθη όπως ήταν εις το κρεβάτι, και την έπιασε λυγκιό11 ως να εψυχομαχούσε, αλλά το έπνιγε με το προσκέφαλο μη την ακούσει ο άνδρας της και την αναισχυντήσει πάλιν12. Ύστερ’ από κάμποσην ώραν, λάλημα πετεινού, αποκορώθη και επέρασε αμέσως εις τον μυστηριώδη κόσμον της φαντα­σίας· η Μαρία έβλεπε συχνά ονείρατα, πάντοτε φαιδρά και ξά­στερα, και πολλές φορές ξυπνώντας έλεγε ότι δεν εγνώρισεν ώραν καλήν παρά μέσα εις τον ύπνον της. Θαυμαστή οικονομία της φύσεως, ευλογημένο δώρον της θείας ευσπλαχνίας!

     * * *

     Ευρίσκετο εις ένα μέρος γνωστό της και αγαπημένο από τα μικρά της χρόνια· πλαγιά μεγάλη εγλυκοκατέβαινε από την κορυφήν του βουνού έως εις τον άμμον, εις το ακρογιάλι, το επάνω της μέρος έως εις την μέσην με μεγαλόδενδρον φουντωτόν ελαιώνα, και από την ζώνην έως κάτω αμπελόφυτο πλάγι· αντίκρυ θάλασσα απέραντη σμίγει μόνον με τον ουρανόν· οι χωρικοί την ονομάζουν αγριοπέλαγο, ότι αυτή τες περισσότερες φορές είναι αφρισμένη και φαίνεται πως τελείως απομονώνει την νήσον μας από τον έξω κόσμον, ενώ η άλλη θάλασσα, ο κόλπος, οπού βρέχει το ανατο­λικό πλευρό της νήσου και την αντίκρυ ήπειρον, ομοιάζει τες περισσότερες φορές ήσυχη λίμνη.
     Η τοποθεσία είναι μαγευτική ―εκεί από ένα μέρος η βαθιά πρασινάδα των ελαιοδένδρων και η τρυφερότερη των αμπέλων, και από το άλλο η καταγάλαζη επιφάνεια της θαλάσσης― αλλά για την Μαρίαν προ πάντων η οικουμένη δεν είχε τόπον να την ευχαριστήσει περισσότερο· εκείνη η πλάσις, με όλην της την φυσιογνωμίαν, εις την στερεάν και εις το πέλαγο, έκαναν μέσα εις την ψυχήν της ένα με τα αθωότερα και φαιδρότερα αισθήματα της παι­δικής και νεανικής ηλικίας της· καθώς συμβαίνει όταν παίζεται μουσική οπού πρωτακούσαμεν εις την νεότητά μας· ο ήχος της μας συγκινεί, μας μαγεύει, και απορούμεν πώς εκείνος ο ρυθμός δεν προξενεί εις τους νέους ό,τι εμείς αισθανόμεθα ―διότι εκείνη η μουσική, αν και ακούονται άλλες μελωδικότερες, έγινε από πολύν καιρόν μέρος του εαυτού μας, είναι ο μακρινός, γλυκός άμα και λυπητερός αντίλαλος των ευτυχισμένων ημερών μας· παρομοίαν μουσικήν έχει μια γνωστή μας φυσική τοποθεσία· ένας ξε­ρός βράχος, οπού εφύτρωσε κι εμεγάλωσε μοναχικό κυπαρίσσι, έχει την αγάπην μας όσον δεν την έχει κάθε άλλο ωραιότερο θέαμα· φαίνεται ότι εκείνοι οι χαρακτήρες φυλάγουν, μέσα εις την φαντασίαν και εις την καρδίαν μας, την ποθητήν αλησμόνητον εικόνα της ζωής μας, όπως ήταν, πριν τα πάθει και τα παθήματα τής αφαιρέσουν την φυσικήν αθωότητα και την γαλήνην.
     Αυτού ακολουθούσε μικρούλα, πέντε ή έξι χρόνων κόρη, τους γονείς της, εις όλους τους μήνες, διότι δεν είναι μήνας οπού ο καλός γεωργός να μην εύρει να κάμει εργασίαν εις το αμπέλι και εις τον ελαιώνα, και εκείνο το κτήμα ήταν αληθινό περιβόλι. Τοιουτοτρόπωςς η φανταστική και μεγαλοπρεπής εκείνη πλαγιά με κάθε φυτό, με κάθε δένδρο ήμερο ή άγριο, με κάθε χειρόκτιστην λιθιά ή ριζόπετραν, με κάθε δέμα, με κάθε φρύδι, με κάθε μονο­πάτι, με κάθε παρακλάδι, με κάθε στένωμα, είχε μείνει βαθιά χα­ραγμένη εις το νεανικό της πνεύμα, ώστε αν ήταν ζωγράφος θα ημπορούσε να μορφώσει από εκείνην την θέσιν πολλές και ωραιότατες εικόνες να μη παραλλάζουν παντάπασιν από το φυσικό τους. Αλλά και εκείνο το πέλαγο είχε ανοίξει τον νουν της, είχε φτερώσει την φαντασίαν της, καθώς εις όλες τες εποχές του χρό­νου και εις όλες τες ώρες της ημέρας, ενώ εδιάβαινε, από ψηλά το εθεωρούσε, πότε θεριωμένο και μελανό, πότε ήμερο και άσπρο-γάλαζο, και κάποτε, εις το βασίλεμα, σύννεφα να καθίζουν εις την επιφάνειαν, και μέσα εις αυτά να ανοίγονται σκοτεινά λαγκά­δια και χρυσοί ποταμοί να χάνονται εις τα βάθη. Ιδού πως αδελφώθη η τρυφερή ψυχή της μ’ εκείνο το μέρος, και την βαθείαν εκείνην συμπάθειαν ήλθε, εις την νεανικήν της ηλικίαν, να στερώσει και να κλείσει δια πάντοτε εις την καρδίαν της ο πόνος· πόσο έκλαψεν όταν ο πατέρας της αναγκάσθη να πουλήσει εκείνο το περήφανο κτήμα, όπου αρκούσε να ζωοθρέψει την οικογένειάν του, και όπου είχε προσδιορίσει πατόκορφα μίαν μικρήν λουρίδα προίκα της αγαπητής του Μαρίας.

     * * *

     Εις εκείνο το αμπέλι ευρίσκετο, εις τ’ όνειρό της, τώρα πρώτη φορά, αφού δεν είχε πατήσει αυτού είκοσι χρόνια. Είχε φθάσει εκεί με τους γονείς της και με μισθωμένες τρυγήτρες, την ώραν οπού ο ήλιος, ως εσηκώνετο όπισθεν, από το βουνό, μόλις εχρύσωνε τες άκρες των ελαιοδένδρων, ενώ όλη πλαγιά έμενεν ακόμη ισκιωμένη, και η αντίκρυ θάλασσα ελακτάριζε πέρα πέρα από τες αργυρές πρωινές ακτίνες. Εστάθηκαν όσο να πέσει η δροσιά της νυκτός, για να κόψουν στεγνά τα σταφύλια· έπειτα άρχισεν ο τρύγος και σ’ ολίγην ώραν, διότι κάθε κλήμα τα είχε πολλά, αυτή με την σύντροφόν της εγέμισε δύο τερτικά13, η μητέρα της τες εβοήθησε και τα εφόρτωσαν εις το κεφάλι τους, και δύο μικρές τρυγήτρες επήραν και αυτές δύο κάνιστρα διά να γίνει σωστό το φόρτωμα. Έπειτα, εκίνησαν και οι τέσσαρες, η μια κατόπιν της άλλης, το αμπέλι αμπέλι, και ύστερ’ απ’ ολίγο διάστημα εδιάβηκαν, πάντοτε αλύγιστες και ατάραχες, το στένωμα, όσο μία διασκελιά μόνον πλάτος, και μάκρος τριάντα βήματα, οπού δε­ξιά έχει κρεμαστούς βράχους, και αριστερά τρομάζει ο άνθρωπος να βλέπει, από εκατό μέτρα ύψος, τα κοντράκια14 και παρακάτω τα φύκια οπού ξερνά ακατάπαυτα το αγριοπέλαγο· το τρομακτικό εκείνο πέραμα ονομάζεται κ α κ ή σ κ ά λ α. Εκεί που έπαυε το στενό μονοπάτι, εύρηκαν τον αγωγιάτην, οπού μόλις είχε φθάσει. Εφορτώθη το άλογο, και ο αγωγιάτης, ενώ αναχωρούσε, «Κοπέλες, τους είπε, μην οκνηρεύεσθε, να εύρω όταν γυρίσω έτοιμα τερτικά· το άλογό μου είναι παλικάρι».
     «Ας καθίσομε εδώ, Αυγερινή, είπε η Μαρία, να ξανασάνομε ολίγο, τα σταφύλια τα ευλόγησε ο θεός εφέτος, και δεν αργούμε να τα παστρεύομε».
     Κι εκάθισεν επάνω εις έναν όχθον, η Αυγερινή ολίγο παρα­πάνω· τα κορίτσια έτρεχαν εδώ κι εκεί κι επαιγνίδιζαν τριγύρω.
     «Πόσο μου αρέσει, Αυγερινή μου, τούτη η θάλασσα· λέγουν πως εις το άλλο μέρος η άλλη θάλασσα είναι σκεπασμένη με κα­ράβια μικρά μεγάλα· εδώ σπάνιες φορές διαβαίνει κανένα βαπόρι πολύ μακριά, πέρα πέρα, ωσάν ίσκιος· καλύτερα ευχαριστούμαι εις το πέλαγο τούτο· εδώ δεν φαίνονται πάρα βάρκες με τα πα­νάκια τους, δελφίνια οπού κοπαδιαστά παίζουν, και θαλασσοπού­λια ω! ιδές, Αυγερινή, πόσοι γλάροι στριφογυρίζουν επάνω εις το νερό, δείχνει ότι θ’ αλλάξει ο καιρός. Τι λες εσύ;»
     Ακούσθη ένα χασκόγελο, η Μαρία εγύρισε και δεν είδε ούτε την Αυγερινήν ούτε τα κορίτσια, και επάγωσεν όλη και άκουσε την καρδίαν της οπού βροντοκοπούσε· έστρεψε πάλι τα μάτια προς την θάλασσαν· αυτού, όχι μακράν από το ακρογιάλι, σηκώνεται βρά­χος υψηλός, οπού τον λέγουν ο ρ θ ο λ ί θ ι· επάνω εις τον θεόκτιστον εκείνον πύργον ήταν ορθή στυλωμένη η Αυγερινή με τα μαλλιά απλωμένα εις τες πλάτες· με το ένα χέρι εκρατούσε τα ασημοχρύσαφα της Μαρίας, οπού άστραφταν εις τον ήλιον, και με το άλλο της έγνευε, ωσάν να της έλεγε:
     «Κατέβα εδώ κάτω να τα πάρεις, ειδεμή τα ρίχνω εις την θά­λασσαν».
     Όπως η Μαρία επετάχθη να ριχθεί από το φρύδι του βουνού εις τον άμμον να πάει να πάρει τα χρυσάφια της, εκόπη το όνειρό της, εξύπνησε κι ενώ αγκομαχούσε κι έκλαιε, άκουσε την φωνήν του ανδρός της:
― Παύσε τώρα, σήκω· συγύρισε τα χρυσάφια και το πεσελί, να φύγω.
     Έπεσεν η δύστυχη Μαρία γονατιστή έμπροσθέν του και με κομμένην μιλιά του ομολόγησε ό,τι έκαμε.
― Σου έπταισα πολύ, αφέντη· σου έπταισα πολύ, αλλά στοχάσου, αφέντη, πως αυτή είναι η πρώτη και ύστερη φορά που σου πταίω· μη με σκοτώσεις και κολασθείς και συ· άδικα θα είχες την αμαρτίαν· τούτη είναι η ύστερη ημέρα της ζωής μου.·
― Μ’ επήρες, μωρή, στον λαιμόν σου· σ’ αφήνω εις την οργήν του Θεού· και με τούτο κατέβη το μονοπάτι.

     * * *

     Η ορφανή Μαρία έμεινεν αυτού λιποθυμισμένη, αναίσθητη· όταν εσυνήλθε, ο ήλιος είχε μεσουρανήσει· εσηκώθη, άλλαξε όλη, έβαλεν εις τον κόρφον της το γράμμα του παιδιού της, έπεσ’ επίστομα έμπροσθεν εις την εικόνα της Παναγίας, κι είπε μέσα της.
     «Και αυτό ηθέλησε ο θεός, να μου λείπει σήμερα ο άγιος άνθρωπος».
     Και αφού είπε τα πατερημά της, επήρε τ’ ακρινό μονοπάτι του χωριού και σ’ ολίγα λεπτά έφθασε εις το σπίτι της μητρός της. Η γραία ήταν καθισμένη εις το κατώφλι και εις τα πόδια της η εγγονή της, κόρη της Ελένης. Άμα την είδε που ανέ­βαινε της είπε:
― Τι σου εστάθηκε, Μαρία! τα συνηθισμένα σας· θα σ’ εβάρεσε ο Πέτρος.
― Μανούλα μου, ήλθα να πεθάνω κοντά σου. Και της διηγήθη το δυστύχημά της.
― Κακά έκαμες, Μαρία· εις τον καιρόν μας οι γυναίκες δεν έκαναν το παραμικρό χωρίς το θέλημα του ανδρός· τώρα εκάκωσαν και τα θηλυκά.
― Όχι, μάνα. Ό,τι έκαμα δεν το έκαμα για ν’ αδικήσω τον άνδρα μου, μάρτυς μου ο θεός· σπλαχνίσου κάνε συ· δεν με βαστά η καρδιά να γυρίσω σπίτι μου.
― Αυτό είναι ακόμη χειρότερο, να φύγεις από το σπίτι του ανδρός σου· ο κόσμος θα ειπεί, πως έπραξες άτιμα πράγματα.
― Μητέρα, θα πάω να πνιγώ.
― Σύρε, της είπε η γραία.
― Α! μάνα, μάνα!
     Και ανέβη τρέχοντας το στενό μονοπάτι, οπού κατόπιν εσχίζετο εις δυο, το ένα κατέβαινε εις την άλλην άκρην του χωριού, και απ’ το άλλο αντίστροφα επήγαιναν εις την ακροθαλασσιά.
     Η γερόντισσα έμεινε με το κεφάλι κάτω, ανήσυχη, και ύστερ’ απ’ ολίγην ώραν είπε της μικρής εγγονής της.
― Τρέχα, παιδί μου, πρόφθασέ την· ειπέ της να γυρίσει οπίσω, να περάσει εδώ την νύκτα.

     * * *

     Ωστόσο η Μαρία είχε πάρει τον κατήφορον, όχι μέσα εις το μονοπάτι, απ’ όπου επερνούσε όλος ο κόσμος, αλλά εις ένα πα­λαιό παρακλάδι, οπού και αυτό έβγαινε εις το περιγιάλι. Καθώς αυτή εροβολούσε από το βουνό, ομοίως σ’ εκείνην την ώραν ο ήλιος εκατέβαινε προς την άκρην της θαλάσσης, μίαν οργιά ακόμη υψηλά· τον είχε πλαγινά και έβλεπεν έμπροσθέν της το άπειρο φως οπού επλημμυρούσε το απέραντο πέλαγο εις εκείνην την στιγ­μήν ησυχότατο και ωσάν ασημοχρυσωμένο, έρημο· πουθενά βαρκούλα, ούτε εις τα πανιά ούτε δεμένη εις το ακρογιάλι, μόνον αυτού το ορθολίθι, μαύρη θαλασσόδαρτη πέτρα, οπού από το μέ­ρος της γης έχει ρηχά τα νερά και από το μέρος της θαλάσσης άπατα, γεφύρι απ’ την στερεάν εις την άβυσσον. Εκοντοστάθη η Μαρία και προσήλωσε εκεί τα μάτια της, ως είχε πάντοτε έμπρο­σθέν της το αποταχινό της όνειρο, και άμα είδε το ορθολίθι την έπιασε χαροτρομάρα· κατόπιν ακολούθησε βιαστικά τον δρόμον της όσο που έφθασε εις εκείνο το μέρος· εξυπολύθη, εδιάβηκε την θά­λασσαν, εσκαρφαλώθη με κόπον επάνω εις τον βράχον, και ωσάν φρενιασμένη τον εξέταζε όλον τριγύρω, τον επασπάτευε και έχωνε τα χέρια εις όλες τες μεγάλες μικρές χαραμάδες· κατόπιν συχνοκινώντας την κεφαλήν ανέβη έως εις την ζώνην του βράχου· εκείθεν εγύρισε τα μάτια της ωσάν για να υστεροκοιτάξει την πλάσιν, τον ουρανόν, την θάλασσαν και τα κατάχλωρα πλάγια με τα ελαιόδενδρα, οπού εις εκείνην την στιγμήν έτρεμαν όλα με τα φύλλα τους καταχρυσωμένα από τες πορφυρές ετοιμόσβηστες ακτίνες του Ήλιου15 ― και τότε έξαφνα εις τον ασυγνέφιαστον γύρον, όπου ανταμώνονται θάλασσα και ουρανός, εφανερώθηκαν σπίτια, εκκλησίες, κωδωνοστάσια, πύργοι, όλα λευκότατα, ως να είχε αυτού σηκωθεί θεόπλαστη παραθαλάσσια πολιτεία, να δώσει ζωήν και όρια εις εκείνα τα έρημα και ατελεύτητα πλάτη της θαλάσσης.
     Ωστόσο ο δίσκος του Ηλίου είχε βουλήσει16, και εις τον ορί­ζοντα εφαίνετο το ολοστρόγγυλο ομοίωμά του μεγαλωμένο, αλλά από ακτίνες ορφανό, ώστε η δυστυχισμένη ημπόρεσε ύστερη φορά ν’ αναπαύσει τους οφθαλμούς της εις εκείνην την σκιάν του άστρου της ημέρας, ενώ εις όλον σχεδόν τον ουράνιον θόλον ελαμποκοπούσαν τ’ αστέρια. Τα ημερινά πουλιά είχαν όλα ησυχάσει εις τες φωλιές τους και εις τα δένδρα, τα νυκτοπούλια έσχιζαν παντα­χού τον σκοταδερόν αέρα με το νεκρό τους φτερούγιασμα, και μό­νον ακούετο ο αδιάκοπος τακτικός αναστεναγμός της θαλάσσης. Η Μαρία ολόρθη εις τον βράχον έβγαλε μέσ’ από τον κόρφον της το γράμμα του παιδιού της, το εφίλησε και έκαμε τρεις φορές τον σταυρόν της· ακούσθη ένα τρελό χασκόγελο, κι ευθύς κατόπι κάτω από το ορθολίθι ένας βρόντος· την ακόλουθην αυγήν ψαρά­δες εύρηκαν βγαλμένο εις την αμμουδιά το σώμα της Μαρίας.

Ιάκωβος Πολυλάς

και για την αντιγραφή Φουρόκατος

14 Απριλίου, 2023 Posted by | Πολιτική και πολιτισμός | , , , , | Σχολιάστε

ΝΤΕΛΗΣΥΦΕΡΩ

Πῶς ἐβιάσθη κ᾽ ἐσήμαινε τόσον ἐνωρίς, ὁ παπα-Μανωλὴς ὁ Σιρέτης, τὴν ἀκολουθίαν τῶν Χριστουγέννων; Ἢ ὕπνον δὲν θὰ εἶχε, ἢ τ᾽ ὡρολόγι του εἶχε σταματήσει, ἢ τὸ ξυπνητήρι του τὸν ἐγέλασε. Ἄλλες χρονιὲς ἡ καμπάνα ἐβαροῦσε τέσσερες ὧρες νὰ φέξῃ, τώρα ἐχτύπησε βαθιὰ τὰ μεσάνυχτα. Κ᾽ ἡ θεια-Μαριὼ ἡ Χρήσταινα, ἡ κοινῶς λεγομένη Ντελησυφέρω, μόλις εἶχε κλείσει τ᾽ ὄμμα εἰς ἐλαφρὸν ὕπνον, καὶ ἀμέσως τὴν ἐξύπνησε τῶν κωδώνων ἡ χαρμόσυνος κλαγγή. Κι αὐτὴ ὁποὺ τὶς ἄλλες χρονιὲς ἦτον ἐπὶ ποδὸς μίαν ὥραν ἀρχύτερα, πρὶν σημάνῃ, στολισμένη κ᾽ ἕτοιμη, διὰ νὰ πάῃ μὲ τὴν ὥραν της νὰ πιάσῃ καὶ τὸ στασίδι της, εἰς τὸ διαμέρισμα τῶν ἡλικιωμένων γυναικῶν ―τὸ ὁποῖον εὑρίσκετο χωριστὰ ἀπὸ τὸν ἀνώγειον γυναικωνίτην, εἰς τὸ ἐπίπεδον τοῦ ναοῦ, κατὰ τὴν βορειοδυτικὴν γωνίαν―, τώρα μόλις θὰ ἐπρόφθανε νὰ ἐνδυθῇ καὶ νὰ ἑτοιμασθῇ καὶ θὰ ἔτρεχε μὲ βίαν, μήπως προλάβῃ καμμία ἄλλη, ἀπὸ ἐκείνας ποὺ πηγαίνουν εἰς τὴν ἐκκλησίαν δύο φορὲς τὸν χρόνον, διὰ νὰ δείξουν τὰ στολίδια τους, καὶ τῆς πάρῃ μὲ ἀδιακρισίαν τὸ στασίδι της.

Ἐσηκώθη, ἐνδύθη κ᾽ ἐστολίσθη, κ᾽ ἐφόρεσε τὴν μακρὰν μεταξωτὴν μανδήλαν της· ἐσήκωσε τὸν μικρὸν ἔγγονόν της, τὸν ἔνιψε, τὸν ἐστόλισε, ἄφησε τὴν νύμφην της, τὴν χήραν, νὰ κοιμᾶται μαζὶ μὲ τὸ μικρὸν κοράσιόν της, ἄναψε τὸ φαναράκι της κ᾽ ἐξῆλθε, συνοδευομένη ἀπὸ τὸν ἔγγονόν της. Κ᾽ εἶχε δίκαιον ν᾽ ἀνησυχῇ διὰ τὸ στασίδι, διότι οἱ περισσότερες, οἱ τωρινές, εἶναι βιλάνες, σοῦσες-μαροῦσες, ἀναφάνταλες, ἀστάνευτες. Δὲν ξέρει καθεμιὰ τὴν ἀράδα της. Αὐτή, διὰ νὰ ξέρῃ καλὰ τὴν δική της καὶ νὰ προσπαθῇ μὲ πάντα τρόπον νὰ τὴν φυλάξῃ, τῆς ἔβγαλαν κι αὐτὸ τὸ παρεγκώμι, καὶ τὴν εἶπαν Ντελησυφέρω. Οἱ τωρινές, ἐνόμιζαν τάχα πὼς ἦτον «ντελήδισσα γιὰ τὸ συμφέρο της» καὶ δὲν ἐνθυμοῦντο πλέον τὰ παραμύθια τῆς κυρούλας τους: «Κίνησ᾽ ὁ βασιλιὰς νὰ πάῃ στὸ σεφέρι», ὁποὺ θὰ ᾽πῇ ἐκστρατεία, πόλεμος.

Καὶ τῷ ὄντι, μὲ τὸ ν᾽ ἀγαπᾷ τὸν πόλεμον ἡ θεια-Μαριὼ ἡ Χρήσταινα, ἀπεδεικνύετο, χωρὶς νὰ τὸ ἠξεύρῃ συμφωνοτάτη μὲ τὸν παλαιόν, ὅστις εἶπε: «Πόλεμος πάντων πατήρ». Πόλεμον εἰς ὅλην τὴν γυναικείαν σφαῖράν της, πόλεμον καὶ εἰς τὴν δικαιοδοσίαν τὴν ἀνδρικὴν ἀκόμη, ὅπου ἐχρειάσθη νὰ ἔχῃ μέγα φρόνημα καὶ θάρρος ἡ Χρήσταινα, χηρεύουσα νέα, ἀναγκασμένη νὰ εἶναι καὶ πατέρας καὶ μάννα διὰ τὰ ὀρφανά της. Ἔπειτα, ὅταν ὁ υἱός της ἀπέθανε καὶ τῆς ἄφησε δευτέραν ὀρφάνια, καὶ πάππος καὶ μάμμη διὰ τὰ ἐγγόνια της. Πόλεμον εἰς τὴν οἰκίαν διὰ νὰ ἐπιβάλλῃ τὴν πειθαρχίαν εἰς τὰ τέκνα της ἢ εἰς τὴν νύμφην της, ἢ εἰς τὰ τέκνα τῶν τέκνων της, πόλεμον εἰς τὴν αὐλὴν καὶ εἰς τὸν δρόμον διὰ νὰ σωφρονίσῃ τὴν γειτόνισσαν ἥτις τὴν ἐνωχλοῦσε· πόλεμον εἰς τὸν φοῦρνον διὰ τὰ ψωμιά, πόλεμον εἰς τὸν ἐλαιῶνα, μὲ τοὺς κακοὺς γείτονας· πόλεμον εἰς τὴν ἀγορὰν μὲ τοὺς αἰσχροκερδεῖς καπήλους καὶ τοκογλύφους, πόλεμον εἰς τὰ δημόσια γραφεῖα καὶ τ᾽ ἀρχεῖα μὲ τοὺς καταπιεστὰς ὑπαλλήλους καὶ εἰσπράκτορας· πόλεμον εἰς τὴν ἐκκλησίαν διὰ τὸ στασίδι καὶ διὰ τὴν «ἀράδα της».

Ἦτον ὑψηλή, ἰσχνή, μελαψὴ καὶ ρωμαλέα. Ἄνδρας εἰς τὴν ζωήν της θὰ εἶχε δείρει, κατὰ καιρούς, πέντε ἢ ἕξ· ἕνα πλεονέκτην γείτονα εἰς τὰ κτήματά της, ἕνα μικρέμπορον ὁποὺ τῆς «ἐπανώγραφε» τὰ ὀλίγα βερεσέδια της, ἕνα νέον χωροφύλακα, κ᾽ ἕνα εἰσπράκτορα τοῦ δημοσίου, ὁποὺ τῆς ἐζήτει, καθὼς ἰσχυρίζετο αὐτή, δύο φορὲς τὸν ἴδιον φόρον. Γυναῖκας εἶχε δείρει παραπολλὰς εἰς τὸν φοῦρνον καὶ εἰς ἕνα αὐλόγυρον, ὅπου ἅπλωναν τὰ πλυμένα ροῦχα, καὶ εἰς τὴν ἐξοχήν, κι ἀλλοῦ, καὶ μίαν εἰς τὴν ἐκκλησίαν.

Εὐτυχῶς, αὐτὴν τὴν φοράν, ἐκείνη ἥτις εἶχε τολμήσει νὰ τῆς πάρῃ τὸ στασίδι της ―πρέπει νὰ ἦτον πολὺ ἄπειρος, διότι ἄλλως δὲν θὰ ἐτόλμα νὰ τὰ βάλῃ μὲ τὴν Ντελησυφέρω― ἴσως διότι τὸ ἔκαμεν ἐξ ἀγνοίας, ἐφάνη λίαν ἐνδοτική· ἅμα εἶδε τὴν γραῖαν, μὲ τὴν μακρὰν μεταξωτὴν μανδήλαν, καὶ τὸ βλοσυρὸν βλέμμα, νὰ ἐπέρχεται, ὡς θύελλα, κατ᾽ εὐθεῖαν πρὸς αὐτήν (μία γείτων κάτι τῆς ἐψιθύρισεν εἰς τὸ ὠτίον), ἐξῆλθε καὶ παρεχώρησε τὴν θέσιν.

―Ἔλα, θεια-Μαργώ, εἶπεν· ἐγὼ δὲν τό ᾽ξευρα, πλιό, πὼς ἦτον δικό σου τὸ στασίδι.

Καὶ τὸ ἐπεισόδιον ἔληξε μετ᾽ ὀλίγους ψιθυρισμούς. Δὲν συνέβη, τὴν χρονιὰν ἐκείνην, οὔτε δάρσιμον, οὔτε μαλλιοτράβηγμα εἰς τὸ διαμέρισμα τῶν γηραιῶν γυναικῶν.

Εἰς τὴν ἀντικρινήν, τὴν νοτιοδυτικὴν γωνίαν τοῦ ναοῦ, ἐφαίνοντο μερικὰ πρόσωπα ἀνδρῶν νὰ μειδιοῦν, καὶ ἄλλοι νὰ μορφάζουν. Κάτι ἄλλο συνέβαινε.

Δύο παράξενοι γέροι, ὁ Νταραδῆμος, καὶ ὁ καπετὰν Γιῶργος ὁ Κονόμος, εἶχον τὴν μανίαν, ὁ μὲν πρῶτος ν᾽ ἀπαγγέλλῃ, μὲ φωνὴν ἀρκούντως ἀκουστήν, πρὶν νὰ τὰ εἴπῃ ἀκόμη ὁ παπὰς ἢ ὁ ψάλτης ἢ ὁ διαβαστής, πότε ὡς νὰ ἐβοήθει τὸν ψάλτην μακρόθεν, ὅλα τὰ μέρη τῆς ἀκολουθίας, τροπάρια, ψαλμούς, αἰτήσεις, ἐκφωνήσεις· ὁ δὲ δεύτερος νὰ δεικνύῃ ὅτι δὲν ἀνέχεται τὴν μανίαν αὐτήν, καὶ νὰ τὴν σκώπτῃ καὶ νὰ τὴν χλευάζῃ. Ὁ Νταραδῆμος, εἰς τὸ γωνιαῖον ἀκριβῶς στασίδι ἔλεγεν ὡς νὰ ἦτο ὑποβολεύς:

― «Ὁ Θεός, ὁ Θεός μου, πρὸς σὲ ὀρθρίζω· ἐδίψησέ σε ἡ ψυχή μου».
Καὶ ὁ προεστὼς τοῦ χοροῦ, εἰς τὸ γιουδέκι ἄνωθεν τοῦ δεσποτικοῦ, ἐπανελάμβανεν:
― «Ὁ Θεός, ὁ Θεός μου, πρὸς σὲ ὀρθρίζω».

Καὶ ὁ Κονόμος ὅστις εὑρίσκετο δύο ἢ τρία στασίδια παρεμπρός, στρεφόμενος πρὸς τοὺς περὶ αὐτόν:
― Τ᾽ ἀκοῦτε, χριστιανοί;… τ᾽ ἀκούσατε; καὶ δὲν ξέραμε νὰ τὸν παίρναμε ἀποβραδὺς στὰ σπίτια μας, νὰ μᾶς τὰ πῇ ὅλα!… θὰ γλυτώναμε ἀπ᾽ τὸν κόπο νὰ ᾽ρθοῦμε στὴν ἐκκλησιά.
Καὶ οἱ χριστιανοὶ μετὰ δυσκολίας ἔπνιγον τοὺς γέλωτας.

Εἶτα πάλιν, ὅταν ὁ ψάλτης ἤρχισε:
― «Δεῦτε ἴδωμεν πιστοί, ποῦ ἐγεννήθη ὁ Χριστός…»
Ὁ Νταραδῆμος συνέψαλλε μαζί του, καὶ ὁ γερο-Κονόμος:
― Τὸν ἀκοῦτε, βρὲ παιδιά… ἀνόητοι ποὺ πᾶν καὶ κοπιάζουν γιὰ νὰ μάθουν ψαλτικά… δὲν τὸν παίρνουν δάσκαλο, νὰ τοὺς μάθῃ τζάμπα!
Καὶ οἱ παρεστῶτες ἀκουσίως ἐμειδίων.

Ἀκολούθως, μίαν στιγμὴν πρὶν ὁ παπα-Μανωλὴς νὰ ἐκφωνήσῃ: «Σὺ γὰρ εἶ ὁ Βασιλεὺς τῆς εἰρήνης…», ὁ Νταραδῆμος ἀπήγγελλε: «Σὺ γὰρ εἶ ὁ Βασιλεύς…»
Κι ὁ γερο-Κονόμος:
― Τ᾽ ἀκούσατε, χριστιανοί; Δυὸ λειτουργίες κάνουμε τώρα… Πᾶνε καὶ σκοτίζονται καὶ πληρώνουν γιὰ νὰ γένουν παπάδες… δὲν βάζουν τὸν Νταραδῆμο, ποὺ εἶναι ὁ ἴδιος καὶ παπὰς καὶ διάκος καὶ ψάλτης.

Μετὰ πέντε λεπτὰ κάποιος μικρὸς συγκλονισμὸς ἐφάνη ἐντὸς τοῦ χοροῦ, μεταξὺ τοῦ κύκλου ὀλίγων μαγκῶν καὶ μαθητῶν τοῦ Ἑλληνικοῦ σχολείου, οἵτινες περιεβόμβουν τὰ δύο ἀναλόγια. Ἐπρόκειτο νὰ κανοναρχήσουν τὰς «προαιρέσεις». Τὸν εἱρμὸν τῆς θ´ ᾠδῆς, ὅστις τελειώνει εἰς τὰς λέξεις «ὅση πέφυκεν ἡ προαίρεσις, δίδου», ἄδηλον ἂν ὁ κὺρ Ἀναγνώστης τῆς Εὐγενίτσας ἢ ὁ μπαρμπ᾽ Ἀναγνώστης ὁ Παρθένης ἢ ἄλλος τις προγενέστερος αὐτοῦ, τὸν ἡρμήνευσεν ὅτι ἐσήμαινε νὰ δίδωνται, χάριν τῆς ἡμέρας, προαιρετικὰ φιλοδωρήματα εἰς τὸν κανονάρχον, καὶ εἶχεν εἰσαχθῆ ἔθιμον, ὅταν τὸ παιδίον τὸ κανοναρχοῦν ἐτελείωνε τὸν στίχον ἐκεῖνον, νὰ περιέρχεται τεῖνον ἀνοικτὸν τὸ Μηναῖον, πρὸς τοὺς προεστοὺς καὶ ἄλλους κατόχους τῶν στασιδίων, οἵτινες ἐφιλοτιμοῦντο νὰ ρίπτωσιν ἐντὸς τοῦ βιβλίου ἀργυρᾶ κέρματα, τουρκικά, σπανίως κανὲν σβάντζικον, διὰ ν᾽ «ἀσημώσουν» τὸν κανονάρχον.

Αὐτὴν τὴν νύκτα ἠθέλησεν ἐπιμόνως νὰ «πῇ τὰς προαιρέσεις» ὁ γυιὸς τοῦ παπα-Μανωλῆ, ὁ Ἀλέκος, καὶ ἥρπασεν αὐθαιρέτως τὸ Μηναῖον ἀπὸ τὰς χεῖρας τοῦ ἄλλου Ἀλέκου, ὅστις ἦτο ἀνεψιὸς τοῦ προεστοῦ καὶ γυιὸς τοῦ ψάλτου. Εἶτα, ὅταν ὁ Ἀλέκος ἐκανονάρχησεν ἕως τὸ «δεινὸν παιδοκτόνον ἐγκατέλιπον παιζόμενον», πρὶν ἀρχίσῃ τὸ «Στέργειν μὲν ἡμᾶς» μετεμελήθη κι ἔκραξε τὸν συνονόματόν του.

― Τί θέλεις;

― Δὲν λέω ἐγὼ τὰς «προαιρέσεις», ντρέπουμαι· πές τις ἐσύ.

Ὁ ἄλλος Ἀλέκος ἥρπασεν ἀπλήστως τὸ Μηναῖον, κ᾽ ἐκανονάρχησε τὰς «προαιρέσεις». Εὐθὺς τότε ἔτρεξε γύρω γύρω τείνων τὸ βιβλίον διὰ νὰ τὸν ἀσημώσουν. Ἐκεῖ κάτω ἀπὸ τὸ Δεσποτικόν, ἓν ἀγυιόπαιδον ἐξάμωσε τὴν χεῖρα διὰ νὰ τοῦ ἁρπάσῃ ἕνα πενηνταράκι. Ὁ Ἀλέκος ἔκαμε νὰ κλείσῃ τὸ Μηναῖον. Ἄλλος μάγκας, ὁ Ἀλλοιβαβαῖος καλούμενος, κατέφερεν ἕνα κτύπον εἰς τὸ βιβλίον καὶ τὸ ἀνέτρεψε. Τὰ ἀργυρᾶ κέρματα ἐχύθησαν μετὰ κρότου κάτω εἰς τὰς πλάκας. Δύο ἢ τρία παιδία ἔκυψαν μετὰ θορύβου κάτω ἀναζητοῦντα νὰ εὕρουν τ᾽ ἀργυρᾶ νομίσματα.

Ὁ πλέον κερδισμένος ἀπ᾽ ὅλους ἐβγῆκεν ὁ Νικολὸς τοῦ Διανέλου, ὅστις χωρὶς νὰ λάβῃ τὸν κόπον νὰ κύψῃ κάτω, εἶδεν ἓν σβάντζικον καὶ δύο ἄλλα μικρότερα κέρματα, κ᾽ ἐπρόφθασε νὰ τὰ πλακώσῃ μὲ τὸ πέλμα τῶν ποδῶν του. Ἔπειτα, ἀναβλέψας καὶ ἰδὼν τοὺς γέρους νὰ σταυροκοποῦνται ― ἐπειδὴ τὴν στιγμὴν ἐκείνην ἐψάλλετο τὸ ἀκροτελεύτιον «τὴν χάριν δέ, Παρθένε, νέμοις ἄχραντε, προσκυνῆσαι τὸ κλέος», τοὺς ἐμιμήθη κι αὐτός, μὲ πολλὴν εὐλάβειαν.

Τέλος, ἐμβῆκαν εἰς τὴν καθ᾽ αὑτὸ λειτουργίαν, ἥτις διεξήχθη πολὺ σύντομα. Περὶ τὸ τέλος ἀκριβῶς, πρὶν ὁ παπὰς εἴπῃ τὸ «Μετὰ φόβου Θεοῦ», κάτω ἀπὸ τὸ τελευταῖον στασίδιον, ἠκούσθη καὶ πάλιν ἡ φωνὴ τοῦ γέρο-Νταραδήμου:

― Κύριε, Κύριε, ἄνοιξον ἡμῖν… «Μετὰ φόβου Θεοῦ, πίστεως!…» Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος…
Ὁ γερο-Κονόμος, στραφεὶς μὲ τὴν μίαν πλάτην πρὸς αὐτόν, ἔκαμε μισὸν σταυρόν.
― Κύριε ἐλέησον!… προσκυνᾶτε, χριστιανοί!… καταδῶ, κατὰ τὸν Νταραδῆμο, γυρίστε!
Κ᾽ ἐπῆγε ν᾽ ἀσπασθῇ καὶ νὰ λάβῃ τὸ ἀντίδωρον.

Ἔξω, εἰς τὰ στενὰ σοκάκια τοῦ βορείου ὑψηλοῦ χωρίου, ὀλίγον εἶχε πιάσει τὸ χιόνι, ἐμαίνετο ὁ βορρᾶς. Ὁ Νταραδῆμος εἶχεν ἀνάψει τὸ φαναράκι του, ὁ καπετὰν Κονόμος τὸν ἠκολούθει μακρόθεν.
― Καρτέρει κ᾽ ἐμένα, Δῆμο, νὰ μ᾽ φέξῃς λιγάκι.
Ὄπισθεν τοῦ γερο-Κονόμου ἤρχετο ἡ Χρήσταινα ἡ Ντελησυφέρω μὲ τὸν ἔγγονόν της.
― Καλὴ χρονιὰ γείτονα, βοήθειά μας ὁ Χριστός!
― Καλὴ ψυχή, γειτόνισσα!
Ἐπροχώρησαν ὁμοῦ ὀλίγα βήματα. Ἔφθασαν εἰς τὴν αὐλὴν τῆς οἰκίας τοῦ γερο-Κονόμου.
―Ἔρχεσαι νὰ κάμουμε μιὰ δουλειά, Δῆμο; λέγει οὗτος. Ἐσένα ἡ γριά σ᾽ βαριέται, δὲν θὰ σὄχῃ ζεστασιά. Ἐμένα ἡ Κονόμισσα θὰ μὄχῃ κάτι τι. Ἀνεβαίνεις; Ἐγὼ δὲν ἔχω ὕπνο.
― Καλά, θὰ σᾶς στείλω κ᾽ ἐγὼ τηγανίτες ἀλειψές, εἶπεν ἡ Ντελησυφέρω.
― Μετὰ χαρᾶς θὰ τὶς δεχτοῦμε, γειτόνισσα.
Ἀνέβησαν οἱ δύο εἰς τὸ ἀρχοντικὸν τοῦ γερο-Κονόμου. Ἐστρώθησαν εἰς τὰ πλούσια μεντέρια, σιμὰ εἰς τὸ παφλάζον πῦρ τῆς ἑστίας· τὰ φουσκάκια (ἢ τοὺς λοκμάδες) τὰ εἶχε ἕτοιμα ἡ γερόντισσα. Τὸ φαγὶ τὸ εἶχε κατεβασμένο, καὶ δὲν εἶχε ρίψει τὸ ρύζι διὰ τὴν σούπαν, πρὶν ἔλθῃ ὁ γέρος νὰ τῆς πῇ.
Μετὰ δέκα λεπτὰ ἔφθασεν ἡ Ντελησυφέρω, φέρουσα καὶ τηγανίτες. Φαίνεται θὰ τὶς εἶχεν ἕτοιμες ἡ χήρα, ἡ νύφη της.
Μετ᾽ ὀλίγον ἦλθε κι ὁ παπα-Μανωλής, ὅστις τώρα μόλις ἐτελείωσεν ἀπὸ τὴν ἐκκλησίαν, ἀκολουθούμενος ἀπὸ τὸν υἱόν του Ἀλέκον, τὸν ὁποῖον συνώδευε καὶ ὁ ἄλλος Ἀλέκος.
Ἐρρίφθησαν εἰς τὰ φουσκάκια. Ὁ Ἀλέκος τοῦ παπᾶ ἐδάγκανεν ἕν, ἐκαίετο καὶ τὸ ἐφύσα. Ὁ ἄλλος ὁ συνονόματός του, ἔτρωγεν ἀνὰ δύο-δύο, χωρὶς νὰ καίεται.
Ἡ φιάλη μὲ τὴν μαστίχαν ἔκαμε δύο-τρεῖς γύρους.
Τέλος ὁ γερο-Κονόμος λέγει εἰς τὸν Νταραδῆμον:
― Θὰ μᾶς πῇς τώρα καὶ κανένα τροπαράκι γιὰ τὴν καλὴ χρονιά; Μὴν ἐξέχασαν κανένα οἱ ψάλτηδες καὶ δὲν τὸ εἶπαν;
― Ἀληθινά, εἶπεν ὁ Νταραδῆμος, ἀπαράτησαν ἕνα μεγαλυνάριο, δὲν ξέρω πῶς τοὺς ἦρθε.

«Μεγάλυνον, ψυχή μου, τὴν ἁγνὴν Παρθένον, τὴν γεννησαμένην Χριστὸν τὸν Βασιλέα».
Μυστήριον ξένον…

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης

και για την αντιγραφή Φουρόκατος

24 Δεκεμβρίου, 2022 Posted by | Πολιτική και πολιτισμός | , , | Σχολιάστε